Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

ΚΑΘΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΞΕΠΛΕΝΕΙ ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΜΕ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ

 

ΚΑΘΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΞΕΠΛΕΝΕΙ ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΜΕ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ




ΚΑΘΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΞΕΠΛΕΝΕΙ ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΜΕ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ

ΤΟ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΡΑΦΕΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΜΠΟΥΓΑΔΕΣ ΚΑΙ ΛΑΜΟΓΙΕΣ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ .

ΕΧΟΥΝ ΣΤΗΣΕΙ ΕΝΑ ΑΚΡΙΒΟΠΛΗΡΩΜΕΝΟ ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΞΕΠΛΕΝΟΥΝ ΤΙΣ ΜΠΟΥΓΑΔΕΣ ΤΟΥΣ
 
 ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΟΥΝ ΕΣΟΔΑ ΑΠΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ (ΞΕΠΛΥΜΑ ΜΑΥΡΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ)ΚΑΙ ΜΕ ΝΟΜΟ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥΣ
 

ΚΑΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΔΕΝ ΑΝΑΙΡΕΣΕ ΝΟΜΟΥΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΕΠΑΙΖΕ ΘΕΑΤΡΟ ΟΤΙ ΔΙΑΦΩΝΟΥΣΕ.

 ΨΗΦΙΣΤΗΚΕ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ 6/11/2020  Ο ΝΟΜΟΣ  ΓΙΑ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΑΙΡΕΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΣΤΗΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΟΜΗ  ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ,Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΙΑΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ ΠΟΥ ΤΕΛΕΣΘΗΚΑΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ 1.7.2019.

ΤΗΝ  ΑΡΣΗ ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΔΟ  ΤΩΝ 18 ΜΗΝΩΝ ΓΙΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΤΕΛΕΣΑΝ ΟΙ ΕΚΔΟΤΕΣ.
ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ  ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ  ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΥΠΑΧΘΕΙ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΚΑΤΣΕΛΗ ν. 3869/2010  ΠΟΥ  ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΑΠΟ
ΤΗΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ  ΓΙΑ ΟΣΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΚΔΙΚΑΣΤΕΙ.
ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΕΠΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
ΞΕΠΛΕΝΟΥΝ ΤΙΣ ΜΠΟΥΓΑΔΕΣ ΤΟΥΣ.ΟΠΩΣ ΒΛΕΠΕΤΕ ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΜΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΕΜΕΙΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ,ΠΛΥΣΤΡΕΣ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΙ ΞΕΠΛΕΝΕΙ Η ΚΑΘΕΜΙΑ  ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ .
ΟΠΩΣ ΒΛΕΠΕΤΕ Η ΖΥΓΑΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΘΩΣ ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΡΠΟΥΖΙ ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ.
ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟΙ  ΣΤΗΝΟΥΝ ΤΙΣ ΜΠΟΥΓΑΔΕΣ ΑΛΛΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΥΤΟΙ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΠΛΕΝΟΥΝ ΤΙΣ ΛΑΜΟΓΙΕΣ ΤΟΥΣ.
 
ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΙΠΑΝ ΟΜΩΣ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΑΜΟΓΙΑ ΠΟΤΕ ΔΟΥΛΕΨΑΝ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥΣ?
 
ΠΟΤΕ ΙΔΡΩΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΥΡΑΣΗ?
 
ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΚΟΙΤΟΥΝ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥΣ?
 
ΕΙΝΑΙ ΩΜΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΞΕΡΕΤΕ ΓΙΑΤΙ?
ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ,ΔΕΝ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ ΕΛΛΗΝΕΣ,ΕΙΝΑΙ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΑ ΠΟΥ ΣΕΡΝΟΝΤΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΟΥΝ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΞΟΝΤΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ.
 
ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΑ ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟΙ
 
ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΠΕΡΙΓΡΑΨΩ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΜΟΥ ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥΝ.ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΣΕΠΗ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΓΛΥΤΩΣΟΥΝ ΤΟ ΤΟΜΑΡΙ ΤΟΥΣ.
ΤΡΩΝΕ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ ΠΕΤΑΝΕ ΨΥΧΟΥΛΑ,ΤΟΝ ΠΟΔΟΠΑΤΟΥΝ.  ,ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ,ΣΑΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΙ.
ΕΣΕΝΑ ΟΜΩΣ ΕΛΛΗΝΑ ΜΟΥ ΣΕ ΠΤΩΧΟΠΟΙΟΥΝ ΣΟΥ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΟΤΙ ΕΧΕΙΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΣΕ ΦΟΡΤΩΣΑΝ ΔΥΣΒΑΣΤΑΧΤΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ,233 ΔΙΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ,ΣΟΥ ΕΒΑΛΑΝ ΦΟΡΟ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ,ΣΟΥ ΜΕΙΩΣΑΝ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΜΙΣΘΟΥΣ .ΣΕ ΕΒΑΛΑΝ ΣΕ ΜΝΗΜΟΝΙΑ ,ΞΕΠΟΥΛΟΥΝ ΤΙΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΠΟΥ ΑΥΤΟΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΣΥ!!!!!!!
ΠΑΡΕΔΩΣΑΝ ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ!!!!!
ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΝΑ ΤΑ ΞΕΒΓΑΛΟΥΝ.
ΘΑ ΕΡΘΕΙ Η ΩΡΑ ΟΜΩΣ ΤΗΣ ΝΕΜΕΣΙΣ ΓΙΑ ΟΤΙ ΕΧΕΤΕ ΚΑΝΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΣ.
ΚΟΝΤΟΖΥΓΩΝΕΙ Η ΩΡΑ ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΘΑ ΑΠΟΔΟΘΟΥΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΑΣ.





ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΟΠΩΣ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΤΕΘΕΙ
 
«Ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της εκδίκασης εκκρεμών υποθέσεων του
ν. 3869/2010 σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 6 § 1 ΕΣΔΑ ως προς

την εύλογη διάρκεια της πολιτικής δίκης, τροποποιήσεις του Κώδικα Δι-
κηγόρων και άλλες διατάξεις»

Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Το υπό συζήτηση και ψήφιση νομοσχέδιο, όπως διαμορφώθηκε μετά την
επεξεργασία του από τη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας

Τάξης και Δικαιοσύνης, αποτελείται από εβδομήντα έξι (76) άρθρα, συμπερι-
λαμβανομένου του ακροτελεύτιου άρθρου, που ορίζει τον χρόνο έναρξης ι-
σχύος του νόμου, και διαρθρώνεται σε τέσσερα (4) Μέρη.

Το Μέρος Πρώτο (άρθρο 1), υπό τον τίτλο «Επιτάχυνση της εκδίκασης εκ-
κρεμών υποθέσεων του ν. 3869/2010 σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1

του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου

(Ε.Σ.Δ.Α.) ως προς την εύλογη διάρκεια της πολιτικής δίκης – προσθήκη άρ-
θρων 4Α έως 4Κ στον ν. 3869/2010» περιλαμβάνει το Κεφάλαιο Α ́, υπό τον

τίτλο «Ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της εκδίκασης εκκρεμών υποθέσεων υ-
περχρεωμένων φυσικών προσώπων». Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α ́ ο-
ρίζεται ο εκ νέου προσδιορισμός ορισμένων εκκρεμών υποθέσεων (άρθρο

4Α), ο τρόπος και το περιεχόμενο υποβολής της αίτησης εκ νέου προσδιορι-
σμού (άρθρο 4Β), η σχετική άρση του φορολογικού απορρήτου (άρθρο 4Γ), ο

χρόνος υποβολής της αίτησης εκ νέου προσδιορισμού (άρθρο 4Δ), τα περί
διαβίβασης της εν λόγω αίτησης στη γραμματείατου δικαστηρίου (άρθρο

4Ε) και τα περί επίδοσης της αίτησης (άρθρο 4ΣΤ), καθορίζονται οι συνέπει-
ες της παράλειψης του εκ νέου προσδιορισμού (4Ζ), ρυθμίζονται τα περί κα-
τάθεσης προτάσεων (άρθρο 4Η), προσθήκης-αντίκρουσης (άρθρο 4Θ), του

χρόνου προβολής των ισχυρισμών (άρθρο 4Ι) καθώς και παρέμβασης και
προσεπίκλησης (άρθρο 4ΙΑ). Περαιτέρω, ρυθμίζονται δικονομικά ζητήματα
σχετικά με τον ορισμό της δικασίμου και την ενδεχόμενη εξέταση μαρτύρων
(άρθρο 4ΙΒ), την επικοινωνία του δικαστηρίου και των διαδίκων (άρθρο 4ΙΓ),
την έκδοση απόφασης (άρθρο 4ΙΔ), τη δυνατότητα διαμεσολάβησης (άρθρο
4ΙΕ), την άσκηση τριτανακοπής (άρθρο 4ΙΣΤ) και την άσκηση ενδίκων μέσων
(άρθρο 4ΙΖ). Τέλος, προσδιορίζεται η σχέση των προτεινομένων διατάξεων
με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρο 4ΙΗ), θεσπίζεται εξουσιοδοτική

διάταξη για την εξειδίκευση τεχνικών ζητημάτων (4ΙΘ) και προβλέπεται αυ-
τοδίκαιη απόσυρση των υποθέσεων οι οποίες έχουν προσδιορισθεί για συζή-
τηση μετά την 15.6.2021, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 4Α (άρθρο 4Κ).

Το Μέρος Δεύτερο (άρθρα 2-26)περιλαμβάνει το Κεφάλαιο Α ́, υπό τον
τίτλο «Ρυθμίσεις στον Κώδικα Δικηγόρων», το οποίο εισάγει τροποποιήσεις

στον εν λόγω Κώδικα (ν. 4194/2013). Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, τροπο-
ποιούνται τα άρθρα 6,7 και 23 του ν. 4194/2013 σχετικά με τις προϋποθέσεις

κτήσης της δικηγορικής ιδιότητας, τις περιπτώσεις αυτοδίκαιης απώλειας
και αποβολής της δικηγορικής ιδιότητας καθώς και τη διαδικασία διορισμού

δικηγόρου (άρθρο 2), αυξάνεται σε δώδεκα (12) μήνες ο χρόνος άσκησης δι-
κηγόρων σε νομική υπηρεσία δημόσιας υπηρεσίας, ανεξάρτητης αρχής και

οργανισμού, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων
των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης καθώς και σε δικαστήρια (άρθρο 3),

καθορίζονται εκ νέου οι ειδικές προϋποθέσεις εγγραφής στο μητρώο α-
σκουμένων δικηγόρων (άρθρο 4) καθώς και η συγκρότηση της Μόνιμης Επι-
τροπής Δοκιμασίας Επάρκειας (άρθρο 5). Περαιτέρω, εισάγονται τροποποιή-
σεις στα άρθρα 18-20 του ν. 4194/2013 που αφορούν τον Πανελλήνιο Δια-
γωνισμό υποψήφιων δικηγόρων και ανατίθεται η ευθύνη και η εποπτεία διε-
ξαγωγής του διαγωνισμού στην Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών

Συλλόγων της Χώρας (άρθρα 6-8), δίνεται η δυνατότητα σε δικηγόρους Ο-
λυμπιονίκες και Παραολυμπιονίκες, διορισθέντες σε φορείς του δημοσίου

τομέα δυνάμει της παρ. 9 του άρθρου 34 του ν. 2725/1999,να διορισθούν εκ
νέου ως δικηγόροι μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία τους (άρθρο
9), συμπληρώνεται το άρθρο 36 του ν. 4194/2013 αναφορικά με το έργο του

δικηγόρου (άρθρο 10), το άρθρο 54 σχετικά με τη δυνατότητα διανομής προ-
σωρινών καθαρών εσόδων (κερδών) στους εταίρους των δικηγορικών εται-
ρειών (άρθρο 11), καθώς και το άρθρο 61 σχετικά με την έκδοση γραμματίων

προείσπραξης (άρθρο 12). Περαιτέρω, απαλείφεται από το άρθρο 74 του ν.

4194/2013 η διαδικασία θεώρησης του γνησίου της υπογραφής του δικηγό-

ρου που παρίσταται σε συμβόλαιο από τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο (άρ-
θρο 13), τροποποιούνται οι αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης, οργάνου

των Δικηγορικών Συλλόγων, οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 92 του ν.

4194/2013 (άρθρο 14) καθώς και οι διατάξεις που αφορούν τη σύγκληση, α-
παρτία και διεξαγωγή της Γενικής Συνέλευσης και, τέλος, τον τρόπο λήψης

αποφάσεων από αυτήν (άρθρο 15-18). Περαιτέρω, εισάγεται ρύθμιση ανα-
φορικά με τον τόπο και τη διαδικασία διεξαγωγής εκλογών σε Δικηγορικούς

Συλλόγους, στην περιφέρεια των οποίων ανήκουν περισσότερα του ενός
νησιά (άρθρο 19). Εν συνεχεία, τροποποιούνται οι διατάξεις που αφορούν
την πειθαρχική διαδικασία και, συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, μειώνεται ο

χρόνος παραγραφής των πειθαρχικών παραπτωμάτων που τελούνται από δι-
κηγόρους από πέντε σε τρία έτη (άρθρο 20), μειώνεται το ποσό του ανώτα-
του χρηματικού προστίμου που μπορεί να επιβληθεί ως πειθαρχική ποινή

(άρθρο 21), τροποποιείται η διάταξη του άρθρου 147 του ν. 4194/2013 σχετι-
κά με τη συγκρότηση των πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων (άρθρο

22), του άρθρου 152 σχετικά με την προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση (άρ-
θρο 23), του άρθρου 154 ως προς τη διαδικασία ενώπιον των πειθαρχικών

συμβουλίων (άρθρο 24) και του άρθρου 157 σχετικά με το δικαίωμα έφεσης

κατά απόφασης πειθαρχικού συμβουλίου και τη δυνατότητα άσκησης αίτη-
σης ακύρωσης κατά της απόφασης του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου

(άρθρο 25). Τέλος, τροποποιούνται τα Παραρτήματα Ι και ΙΙ, τα οποία είναι
προσαρτημένα στον ν. 4194/2013, ως προς τις αμοιβές των Δικηγόρων για
Πολιτικές Υποθέσεις (άρθρο 26).

Το Μέρος Τρίτο του νομοσχεδίου, υπό τον τίτλο «Άλλες διατάξεις», το ο-
ποίο διαρθρώνεται σε δέκα επτά (17) Κεφάλαια (άρθρα 27-65), περιλαμβάνει

λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Ειδικότερα, με τις διατάξεις

του Κεφαλαίου Α ́ (άρθρο 27), υπό τον τίτλο «Ρυθμίσεις στον Κώδικα δικα-
στικών επιμελητών», προστίθεται στα καθήκοντα των δικαστικών επιμελη-
τών η σύνταξη διαπιστωτικών εκθέσεων για πραγματικά περιστατικά, κατά

την εκτέλεση των καθηκόντων τους, βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης,

καθώς και η κοινοποίηση, γνωστοποίηση, διαβίβαση ή άλλη συναφής διαδι-
καστική πράξη με φυσικό τρόπο ή με ηλεκτρονικά μέσα.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β ́(άρθρα 28-31), υπό τον τίτλο «Τροπο-
ποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας», ρυθμίζεται το ζήτημα της ευ-
θύνης των άμισθων υποθηκοφυλάκων διά της τροποποίησης του άρθρου

1344 του Αστικού Κώδικα και του άρθρου 73 του Εισαγωγικού Νόμου του

Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρο 28), ορίζονται τα έγγραφα που καταθέ-
τει ο δικαστικός επιμελητής στον υπάλληλο του πλειστηριασμού μετά από

εκτέλεση διά της τροποποίησης του άρθρου 995 του Κώδικα Πολιτικής Δικο-
νομίας (άρθρο 29), προβλέπεται η παράδοση στον δικαστικό επιμελητή της
εκτίμησης του πιστοποιημένου εκτιμητή και σε ηλεκτρονική μορφή διά της
τροποποίησης του άρθρου 2 του π.δ. 59/2016 (άρθρο 30), διευρύνεται ένας
εκ των λόγων αναψηλάφησης διά της τροποποίησης του άρθρου 544 του
Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρο 31).

Με το κεφάλαιο Γ ́ (άρθρα 32-33), υπό τον τίτλο «Σχέση Ποινικής και Διοι-
κητικής Δίκης, αναστολή παραγραφής αδικημάτων επί ασφαλιστικών εισφο-
ρών», επέρχονται τροποποιήσεις στον Τελωνειακό κώδικα (ν. 2960/2001) και

τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) σχετικά με υποθέσεις
που αφορούν το αδίκημα της λαθρεμπορίας και της φοροδιαφυγής (άρθρο
32). Περαιτέρω, τροποποιείται το άρθρο 28 του ν. 4321/2015 και ορίζεται ότι

σε περίπτωση αναστολής της ποινικής δίωξης δεν ισχύει ο χρονικός περιο-
ρισμός της αναστολής παραγραφής, όπως προβλέπεται στον ποινικό κώδι-
κα, για αδικήματα που σχετίζονται με τη μη καταβολή των ασφαλιστικών ει-
σφορών (άρθρο 33).

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Δ ́ (άρθρα 34-35), υπό τον τίτλο «Νομική
βοήθεια στη διαμεσολάβηση», προβλέπεται ο καθορισμός αποζημίωσης

στους διαμεσολαβητές και τους νομικούς παραστάτες που διορίσθηκαν με-
τά την έναρξη ισχύος του ν. 4640/2019 για παροχή νομικής βοήθειας σε πο-
λίτες χαμηλού εισοδήματος (άρθρο 34) και ορίζεται η αρμόδια αρχή για την

εξέταση των αιτήσεων παροχής νομικής βοήθειας σε διαδικασίες διαμεσο-
λάβησης του ν. 4640/2019 (άρθρο 35).

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Ε ́ (άρθρα 36-40), υπό τον τίτλο «Ρυθμί-
σεις για την οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων», θεσπίζεται η δυνα-
τότητα εξ αποστάσεως διασκέψεων, με χρήση τεχνολογικών μέσων, για όλα

τα δικαστήρια της χώρας, σε περιπτώσεις ανυπέρβλητου κωλύματος ενός ή
περισσοτέρων δικαστικών λειτουργών (άρθρο 36), συνιστώνται είκοσι (20)

νέες θέσεις δικαστικών υπαλλήλων, του κλάδου πληροφορικής, στο Συμ-
βούλιο της Επικρατείας, και θεσπίζεται ειδική, κατά παρέκκλιση των κειμέ-
νων διατάξεων, διαδικασία για την πλήρωσή τους, καθώς και για την πλήρω-
ση υφιστάμενων κενών οργανικών θέσεων δικαστικών υπαλλήλων, του κλά-
δου πληροφορικής, στο Συμβούλιο της Επικρατείας και στη Γενική Επιτρο-
πεία της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (άρθρο 37),

προβλέπεται η σύσταση, με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης,
Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του εκάστοτε καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού,
ομάδων εργασίας, στο πλαίσιο προγραμμάτων και δράσεων της Ευρωπαϊκής

Ένωσης για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, με δυνατότητα συμμετοχής, μετα-
ξύ άλλων, δικαστικών ή εισαγγελικών λειτουργών και δικαστικών υπαλλή-
λων (άρθρο 38). Επίσης, ορίζεται ότι τα σχέδια διαταγμάτων που αποστέλ-
λονται προς επεξεργασία στο Συμβούλιο της Επικρατείας διακινούνται απο-
κλειστικά με χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.),

και ότι, από 1.1.2021, η κατάθεση δικογράφων στο Συμβούλιο της Επικρατεί-
ας πραγματοποιείται ηλεκτρονικά, εφόσον φέρουν εγκεκριμένη ηλεκτρονι-
κή υπογραφή (άρθρο 39), και θεσπίζεται για δικαστικούς λειτουργούς, γο-
νείς ανήλικων τέκνων, των οποίων οι σύζυγοι υπηρετούν ως μόνιμοι υπάλ-
ληλοι στον διπλωματικό κλάδο, σε αρχή της Εξωτερικής Υπηρεσίας, δυνα-
τότητα απόσπασης στην ίδια πόλη και στην ίδια ή άλλη αρχή, για εκτέλεση

ειδικής υπηρεσίας σε αντικείμενα συναφή με τη δικαστική ιδιότητα (άρθρο
40).

Διά του Κεφαλαίου ΣΤ ́ (άρθρο 41), υπό τον τίτλο «Αρμοδιότητες Υποθη-
κοφυλάκων» ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι οι καταδικασθέντες τελεσίδικα υ-
ποθηκοφύλακες, προϊστάμενοι μεταβατικών κτηματολογικών γραφείων ή ε-
νεχυροφύλακες, να αποδώσουν εισπραχθέντα, αναλογικά και πάγια δικαιώ-
ματα πλέον τόκων και εξόδων, που είχαν εισπράξει κατά παράβαση των ι-
σχυουσών διατάξεων δύνανται, με την καταβολή αυτών στον νικήσαντα διά-
δικο, να συμψηφίσουν αυτεπαγγέλτως, όσα ποσά έχουν αποδώσει αχρεω-
στήτως στο Δημόσιο από την ανωτέρω αιτία με εισπραττόμενα, αναλογικά

και πάγια, αποδοτέα στο Δημόσιο, δικαιώματα από μεταγραφές, εγγραφές,
καταχωρίσεις, σημειώσεις, άρσεις και διαγραφές στα υποθηκοφυλακεία,
στα αντίστοιχα μεταβατικά κτηματολογικά γραφεία και ενεχυροφυλακεία.

Με το Κεφάλαιο Ζ ́ (άρθρο 42), υπό τον τίτλο «Χορήγηση Ποινικού Μη-
τρώου στην Τράπεζα της Ελλάδας», τροποποιείται το άρθρο 4 του ν

4261/2014 και ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η Τράπεζα της Ελλάδας μπορεί

να ζητά τη χορήγηση αντιγράφου ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης σύμ-
φωνα με το άρθρο 572 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η ́ (άρθρα 43-44), υπό τον τίτλο «Ρυθμί-
σεις θεμάτων ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.», θεσπίζεται η δυνατότητα απόσπασης υπαλλήλων

δημοσίων υπηρεσιών και δικαστικών υπαλλήλων στο Ταμείο Χρηματοδότη-
σης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.), κατά παρέκκλιση του άρθρου 68 του ν.

3528/2007 (άρθρο 43), και ρυθμίζεται η καταβολή μισθωμάτων στο

ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. από εκμετάλλευση κυλικείων εντός κτηρίων ιδιοκτησίας του (άρ-
θρο 44).

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Θ ́ (άρθρο 45), υπό τον τίτλο «Μετάταξη

υπαλλήλων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης», θεσπίζεται η δυνατότητα μετάτα-
ξης στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης υπαλλήλων που

υπηρετούν σε αυτήν, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Ι ́ (άρθρο 46), υπό τον τίτλο «Κάλυψη θέ-
σεων δικαστικών υπαλλήλων», ορίζεται ότι επιτρέπεται η πλήρωση θέσεων
τακτικού προσωπικού των δικαστηρίων της χώρας, από πίνακες επιλαχό-
ντων προηγούμενων διαγωνισμών του Α.Σ.Ε.Π., χωρίς νέα προκήρυξη, κατ ́

εφαρμογή της παραγράφου 9 του άρθρου 15 του ν. 2190/1994, με την εν λό-
γω ρύθμιση να καταλαμβάνει και την προκήρυξη 8Κ/2017 Α.Σ.Ε.Π.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΑ ́ (άρθρο 47), υπό τον τίτλο «Ρύθμιση
για Ελεγκτικό Συνέδριο», αυξάνονται, κατά πέντε (5) συνολικά, οι οργανικές
θέσεις δικαστικών λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στους βαθμούς
του Αντιπροέδρου, κατά μία (από 8 σε 9), και του Συμβούλου, κατά τέσσερις
(από 33 σε 37).
Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΒ ́ (άρθρο 48), υπό τον τίτλο «Ρυθμίσεις

σχετικά με τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου», επέρ-
χονται τροποποιήσεις στις διατάξεις που αφορούν τα πειθαρχικά και δικαιο-
δοτικά όργανα του ποδοσφαίρου, ως προς τη σύνθεση, την επιλογή των δι-
καστικών λειτουργών που τα απαρτίζουν, και την ανανέωση της θητείας

τους.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΓ ́ (άρθρο 49-50), υπό τον τίτλο «Διοικη-
τικά όργανα της ΕΣΔΙΛ», παρέχεται η δυνατότητα άπαξ ανανέωσης της θη-
τείας του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονο-
μικών Υποθέσεων (άρθρο 49) και των Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρ-
φωσης (άρθρο 50) της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΔ ́(άρθρα 51-52), υπό τον τίτλο «Περιο-
ρισμοί στη διαδικασία της εκτέλεσης», τίθεται χρονικό όριο στην κατάσχεση

εις χείρας τρίτων για τα αδικήματα του τύπου διά της τροποποίησης του άρ-
θρου μόνου του ν. 1178/1981 (άρθρο 51) και ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά

με τις ανακοπές κατά της εκτελεστικής διαδικασίας διά της τροποποίησης
του άρθρου 152 του ν. 3588/2007 (άρθρο 52).
Με το Κεφάλαιο ΙΣΤ ́ (άρθρα 53-64), υπό τον τίτλο «Τροποποιήσεις στις

διατάξεις που διέπουν την Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών», ει-
σάγονται τροποποιήσεις στον ν. 4412/2016 και, συγκεκριμένα, αναφορικά

με τη συγκρότηση της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (άρθρο

53), τη λειτουργική ανεξαρτησία των μελών της Αρχής (άρθρο 54), την οικο-
νομική αυτοτέλεια της Αρχής (άρθρο 55), τη διαδικασία πειθαρχικού ελέγ-
χου των μελών της Αρχής (άρθρο 56) και την πειθαρχική διαδικασία που ε-
φαρμόζεται (άρθρο 57), ρυθμίζονται εκ νέου ζητήματα σχετικά με τις συνε-
δριάσεις της Αρχής (άρθρο 58) και την οργάνωσή της (59), καθορίζονται εκ

νέου οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Αρχής (άρθρο 60) καθώς και ζητή-
ματα που αφορούν στο προσωπικό της Αρχής και τον τρόπο πλήρωσης των

θέσεων του προσωπικού της (άρθρο 61), καταργούνται οι θέσεις Νομικών
Συμβούλων και συνιστάται, εντός της Αρχής, Γραφείο Νομικού Συμβούλου
του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (άρθρο 62). Τέλος, τροποποιείται η

διάταξη του άρθρου 359 του ν. 4412/2016 αναφορικά με την Έκθεση πε-
πραγμένων (άρθρο 63) και ορίζονται οι κανονιστικές διατάξεις οι οποίες α-
φορούν την Αρχή και εξακολουθούν να ισχύουν κατά το μέρος που δεν α-
ντίκειται στις διατάξεις του νομοσχεδίου (άρθρο 64).

Διά του Κεφαλαίου ΙΖ ́ (άρθρο 65), υπό τον τίτλο «Τμήμα Οικονομικού Ε-
γκλήματος-Τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας», τροποποιού-
νται οι διατάξεις των άρθρων 33-36 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που α-
φορούν τους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος.

Το Μέρος Τέταρτο του νομοσχεδίου διαρθρώνεται σε τρία (3) Κεφάλαια

(άρθρα 66-76). Ειδικότερα, το Κεφάλαιο Α ́ (άρθρα 66-67) περιέχει «Καταρ-
γούμενες διατάξεις», το Κεφάλαιο Β ́ (άρθρο 68) περιέχει «Τελικές διατά-
ξεις» και το Κεφάλαιο Γ ́ (άρθρα 69-75) περιέχει «Μεταβατικές διατάξεις»

του νομοσχεδίου. Το άρθρο 76 ορίζει την έναρξη ισχύος του παρόντος νό-
μου.

ΙΙ. Γενικές Παρατηρήσεις

Α. Με τα άρθρα του νομοσχεδίου εισάγονται τροποποιήσεις ή συμπληρώ-
σεις ισχυουσών διατάξεων, οι οποίες αφορούν ως επί το πλείστον συγκεκρι-
μένες ρητά αναφερόμενες παραγράφους και, εν συνεχεία, παρατίθεται ολό-
κληρη η υπό τροποποίηση διάταξη, όπως προβλέπεται στο άρθρο 74 παρ. 4

του Συντάγματος και το άρθρο 59 του ν. 4622/2019. Παρατηρείται, ωστόσο,

ότι τροποποιήσεις και συμπληρώσεις εισάγονται και σε επιμέρους παραγρά-
φους των υπό τροποποίηση άρθρων, για τις οποίες απουσιάζει η ρητή μνεία

στα πρώτα εδάφια των άρθρων του νομοσχεδίου, όπου προσδιορίζονται οι
τροποποιήσεις και συμπληρώσεις. Ενδεικτικά, αναφέρεται το άρθρο 2, στο
οποίο ορίζεται ότι «[σ]το άρθρο 6 του ν. 4194/2013 (Α ́ 208) προστίθεται νέα

παρ. 3 και το άρθρο 6 διαμορφώνεται ως εξής». Εν προκειμένω, τροποποίη-
ση υφίσταται και η παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4194/2013, καθώς η φράση

«Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής» αντικαθίσταται από την φράση «Νομι-
κού Τμήματος ή Νομικής Σχολής», και η φράση «εφόσον αυτό έχει αναγνω-
ριστεί σύμφωνα με τις νόμιμες διαδικασίες» αντικαθίσταται από τη φράση

«εφόσον αυτό έχει αναγνωρισθεί από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Ανα-
γνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), που προ-
βλέπεται στο άρθρο 1 του ν. 3328/2005 (Α ́ 80)». Επίσης, στο άρθρο 5 του

νομοσχεδίου ορίζεται ότι «[η] παρ. 2 του άρθρου 16 και η παρ. 3Α του ν.

4194/2013 (Α ́ 208) αντικαθίστανται και το άρθρο 16 διαμορφώνεται ως ε-
ξής». Στην περίπτωση αυτή, τροποποίηση υφίσταται και η παρ. 3 του άρθρου
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (L 255/22), η οποία έχει εν-
σωματωθεί στην ελληνική έννομη τάξη, με το προεδρικό διάταγμα 122/2010

(Α` 200)», αντικαθίσταται από τη φράση «σύμφωνα με το προεδρικό διάταγ-
μα 122/2010 (Α ́ 200)». Περαιτέρω, τροποποιήσεις, συμπληρώσεις ή διορθώ-
σεις ήσσονος σημασίας, οι οποίες δεν αναφέρονται ρητά, παρατηρούνται

και σε άλλα άρθρα του νομοσχεδίου. Ενδεικτικά, στην παρ. 1 του άρθρου 36
του ν. 4194/2013, όπως τροποποιείται διά του άρθρου 10 του νομοσχεδίου,
η φράση «να αντιπροσωπεύει και να υπερασπίζεται» αντικαθίσταται από τη
φράση «η αντιπροσώπευση και η υπεράσπιση». Στο άρθρο 61 του ν.
4194/2013, όπως τροποποιείται με το άρθρο 12 του νομοσχεδίου, πέραν της
αντικατάστασης της παρ. 4, η οποία αναφέρεται, τροποποιείται και η παρ.1
(τα στοιχεία αα, ββ, γγ, δδ αντικαθίστανται από τα στοιχεία α, β, γ, δ), στην

παρ. 2 η φράση «κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δι-
καιοσύνης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας» αντικαθί-
σταται από τη φράση «κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δικαιο-
σύνης και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων», και στην παρ. 3 στο υπό

β ́ στοιχείο η φράση «στις διατάξεις του άρθρου 82 παράγραφος 2» αντικα-
θίσταται από τη φράση «στην παρ. 2 του άρθρου 82»). Αντίστοιχες τροπο-
ποιήσεις υφίστανται στο άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 4194/2013, όπως τροποποι-
είται με το άρθρο 16 του νομοσχεδίου, στο άρθρο 142 παρ. 2 και 4 του ν.

4194/2013 όπως τροποποιείται με το άρθρο 21 του νομοσχεδίου, και στο άρ-
θρο 147 παρ. 2,3,4 και 5 του ν. 4194/2013 όπως τροποποιείται με το άρθρο

22 του νομοσχεδίου (βλ., σχετικά, και Εγχειρίδιο Νομοπαρασκευαστικής

Μεθοδολογίας, Αθήνα, 2020, σελ. 16 καθώς και σελ. 50 στον πίνακα επε-
ξεργασίας πρότυπων νομοθετικών κειμένων).

Β. Ο τίτλος του Κεφαλαίου Α ́ του Μέρους Δεύτερου «Ρυθμίσεις στον
Κώδικα Δικηγόρων» δεν παρίσταται δόκιμος και, ως εκ τούτου, προτείνεται
να αντικατασταθεί από τον τίτλο «Τροποποιήσεις του Κώδικα Δικηγόρων».
ΙΙΙ. Παρατηρήσεις επί των άρθρων
1. Επί του άρθρου 1
Ερωτάται κατά πόσον η ρύθμιση του άρθρου 4Α, σύμφωνα με την οποία, οι
εκκρεμούσες αιτήσεις των οποίων η συζήτηση έχει προσδιορισθεί μετά τις
15.6.2021, εισάγονται προς συζήτηση υποχρεωτικά και αποκλειστικά διά
του πλέγματος των κανόνων των άρθρων 4Α έως 4Κ, είναι σύμφωνη με το

Σύνταγμα, το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώ-
που(ΕΣΔΑ), το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.

καθώς και με το άρθρο 221 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο, πά-

ντως, δεν έχει αυξημένη τυπική ισχύ. Η υποχρεωτική υπαγωγή τμήματος

των εκκρεμουσών αιτήσεων ρύθμισης οφειλών του ν. 3869/2010 σε δικονο-
μικούς κανόνες όπως αυτοί των άρθρων 4Α έως 4Κ εναπόκειται κατ’ αρχήν

στην ευχέρεια του νομοθέτη. Προβληματισμός γεννάται, εν τούτοις, κατά

πόσον το περιεχόμενο των εν λόγω ειδικών διατάξεων δύναται, συνδυαστι-
κά ή σωρευτικά, και πάντως, κατ’ αποτέλεσμα, αφενός, να διαρρήξει την ι-
σότητα μεταξύ των πολιτών που έχουν ήδη ζητήσει τη ρύθμιση των οφειλών

τους, εφόσον αυτοί θα δικασθούν βάσει διαφορετικών κανόνων, σύμφωνα

με την ημερομηνία προσδιορισμού συζήτησης της αίτησής τους και όχι σύμ-
φωνα με την έναρξη ισχύος του σχετικού νόμου, αφετέρου, να περιορίσει υ-
πέρμετρα την ισότητα των όπλων μεταξύ των διαδίκων – οφειλετών και πι-
στωτών αντίστοιχα – εφόσον οι πρώτοι εξ αυτών θα κληθούν, ενώ υφίστατο

εκκρεμοδικία, να υποβληθούν σε πρόσθετες δικονομικές υποχρεώσεις στο
πλαίσιο άλλης, όχι πλέον εκουσίας, αλλά αμφισβητουμένης, δικαιοδοσίας.
Επισημαίνεται ειδικότερα ότι, υπό το πρίσμα του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ,

η αναδρομικότητα νομοθετικών διατάξεων είναι ανεκτή εφόσον, υπηρετώ-
ντας επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος (βλ., αντί πολλών, ΕΔΔΑ,

Lilly κατά Γαλλίας υπ. αρ. 2, 25.11.2010), δεν παραβιάζει τον «εν γένει δίκαιο

χαρακτήρα της δίκης» και την ασφάλεια δικαίου (βλ. σχετικώς Λ.-Α. Σισιλιά-
νος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Ερμηνεία κατ’ άρ-
θρο, άρθρο 6 παρ. 1, 2η έκδοση, 2017, σελ. 275 επ.) και «δεν προκαλεί πλήγ-
μα στο δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο το οποίο να είναι δυσανάλογο σε

σχέση με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα» (βλ. S. Guinchard et al., Droit
processuel, Droit processuel, Droits fondamentaux du procès, 10 η έκδοση,
2019, παρ. 195 και 405).
2. Επί του άρθρου 2
Διά της παρ. 1 του άρθρου 2 τροποποιείται το άρθρο 6 του ν. 4194/2013 ως

προς τις προϋποθέσεις κτήσης δικηγορικής ιδιότητας και προστίθεται διάτα-
ξη σύμφωνα με την οποία, «3. Κατ’ εξαίρεση της παρ. 1, πολίτης τρίτης χώ-
ρας, που διαμένει νομίμως στην ημεδαπή, μπορεί να διορισθεί δικηγόρος, ε-
φόσον είναι απόφοιτος Τμήματος Νομικής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύμα-
τος στην Ελλάδα με ελάχιστο βαθμό (μέσο όρο) πτυχίου επτά κόμμα πέντε

(7,5) και κατέχει Μεταπτυχιακό Τίτλο Σπουδών Τμήματος Νομικής Ανώτατου
Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής».

Όπως έχει κρίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας, «το δικηγορικό επάγγελ-
μα είναι μεν ελευθέριο επάγγελμα, έχει όμως παράλληλα και το χαρακτήρα

δημοσίου λειτουργήματος συνδεόμενου με το σύστημα απονομής της δικαι-
οσύνης [βλ. σχετ. Ολομ. ΣτΕ 413/1993, ΣτΕ 1032/1999 κ.ά], δηλαδή μιας από
τις τρεις θεμελιώδεις κατά το άρθρο 26 του Συντάγματος κρατικές λειτουρ-
γίες (βλ. σχετικά και την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα συμμετοχή δικη-
γόρων στα ειδικά δικαστήρια των άρθρων 88 παρ. 2 και 99 παρ. 1) και υπό-
κειται, για το λόγο αυτό, σε έντονη ρυθμιστική επέμβαση από το νομοθέτη

(...). Ενόψει της ανωτέρω φύσεως του δικηγορικού επαγγέλματος και, ειδι-
κότερα, της σημαντικής θεσμικά αποστολής των δικηγόρων περί την απονο-
μή της δικαιοσύνης και την αποτελεσματική άσκηση του κατά το άρθρο 20

παρ. 1 του Συντάγματος δικαιώματος για παροχή έννομης προστασίας από
τα δικαστήρια (πρβλ. και Ολομ. ΣτΕ 2512/1997), μπορεί ο κοινός νομοθέτης,
επιτρεπτώς κατά το Σύνταγμα, να κρίνει ότι το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει

την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος μόνο από έλληνες πολίτες ή α-
πό πολίτες κεκτημένους την ιθαγένεια Κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής

Ένωσης ή, κατ’ εξαίρεση, από ομογενείς αλλοδαπούς, να αποκλείσει δε το
διορισμό ως δικηγόρων των λοιπών αλλοδαπών» (ΣτΕ 204/2005). Εξ άλλου,

η συνάρτηση άσκησης δικηγορικής δραστηριότητας με την ιθαγένεια κρά-
τους μέλους απαντά στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ.

http://trade.ec.europa.eu/doclib/press/index.cfm?id=1261, Πρωτόκολλο προ-
σχώρησης του Εκουαδόρ στην εμπορική συμφωνία ΕΕ-Κολομβίας / Περού-
Επιφυλάξεις σχετικά με την προσωρινή παρουσία φυσικών προσώπων για ε-
πιχειρηματικούς σκοπούς https://trade.ec.europa.eu/doclib/docs/2017/febru-
ary/tradoc_155377.%20Commitments%20of%20the%20EU%20Party.pdf

σελ. 6).
Εξ άλλου, στην υπόθεση Bigaeva κατά Ελλάδας, το ΕΔΔΑ δεν προέβη μεν

σε αναγνώριση ύπαρξης δικαιώματος άσκησης του δικηγορικού λειτουργή-
ματος στους αλλοδαπούς, ούτε προέβη σε κρίση περί της υποχρέωσης του

νομοθέτη να άρει τον σχετικό υφιστάμενο περιορισμό, έλαβε, όμως, υπόψη

του, για την κρίση της συγκεκριμένης υπόθεσης, τους δεσμούς που είχε δη-
μιουργήσει η αλλοδαπή υπήκοος στην Ελλάδα, καθώς οι αρχές της είχαν ε-
πιτρέψει να πραγματοποιήσει την προβλεπόμενη από τον Κώδικα Δικηγό-
ρων πρακτική άσκηση. Εν τούτοις, το Δικαστήριο έκρινε ότι εναπόκειται στις

Εθνικές Αρχές, οι οποίες έχουν διακριτική ευχέρεια ως προς τον καθορισμό

των προϋποθέσεων πρόσβασης στο δικηγορικό επάγγελμα, να αποφασί-
σουν αν η ελληνική ιθαγένεια ή η ιθαγένεια ενός Κράτους-μέλους της Ευ-
ρωπαϊκής Κοινότητας θα είναι απαιτούμενη προϋπόθεση προς την κατεύ-
θυνση αυτή. (Βλ. ΕΔΔΑ, Bigaeva κατά Ελλάδας, 28.5.2009, ιδίως σκ. 32 – 35

και 40, πρβλ. και Evelien Brouwer & Karin de Vries, Third-country Nationals
and Discrimination on the Ground of Nationality: Article 18 TFEU in the Context
of Article 14 ECHR and EU Migration Law: Time for a New Approach, in M. Van
den Brink, S. Burri & J. Goldschmidt (eds), Equality and Human Rights: nothing
10

but trouble? Liber amicorum Titia Loenen, 2015 σελ. 123-146, ιδίως, σελ.
129).

Διά της προτεινόμενης ρύθμισης αίρεται ο απόλυτος αποκλεισμός διορι-
σμού πολιτών τρίτων χωρών ως δικηγόρων και ορίζεται ότι πολίτης τρίτης

χώρας μπορεί να διορισθεί δικηγόρος, υπό τρεις προϋποθέσεις. Πρώτον,

πρέπει ο πολίτης τρίτης χώρας να είναι απόφοιτος Τμήματος Νομικής Ανώ-
τατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στην Ελλάδα, δεύτερον, να έχει ελάχιστο

βαθμό (μέσο όρο) πτυχίου επτά και μισό (7,5) και, τρίτον, να κατέχει Μετα-
πτυχιακό Τίτλο Σπουδών Τμήματος Νομικής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύ-
ματος της ημεδαπής. Εν προκειμένω, παρατηρείται ότι εισάγονται ακαδη-
μαϊκές προϋποθέσεις-περιορισμοί κτήσης της δικηγορικής ιδιότητας (πτυχίο

ελληνικού Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, ανεξαρτήτως τυχόν ακαδη-
μαϊκής αναγνώρισης τίτλου σπουδών που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή, βαθ-
μός πτυχίου, και μεταπτυχιακός τίτλος), των οποίων δεν προκύπτει ευκρι-
νώς το πρόσφορο και η συνάφεια με τη δυνατότητα κτήσης της δικηγορικής

ιδιότητας. Συγκεκριμένα, και οι τρεις ακαδημαϊκές προϋποθέσεις διαφορο-
ποιούν ουσιωδώς τους πολίτες τρίτων χωρών από τους Έλληνες και τους

πολίτες της Ε.Ε., για τους οποίους η κτήση της δικηγορικής ιδιότητας συ-
ναρτάται απλώς και μόνο με τη λήψη πτυχίου (ελληνικού Ανώτατου Εκπαι-
δευτικού Ιδρύματος ή ισότιμου και αντίστοιχου πτυχίου της αλλοδαπής, ε-
φόσον έχει αναγνωρισθεί), ανεξαρτήτως βαθμολογίας. Περαιτέρω, και η κα-
τοχή μεταπτυχιακού τίτλου αποτελεί έτερο ακαδημαϊκό προσόν, το οποίο

δεν απαιτείται για την κτήση δικηγορικής ιδιότητας από Έλληνες και από πο-
λίτες της Ε.Ε. Μάλιστα, εκ των Εκθέσεων Ανάλυσης Συνεπειών Ρύθμισης,

δεν προκύπτει ο λόγος συνάρτησης του δικαιώματος κτήσης της δικηγορι-
κής ιδιότητας από πολίτες τρίτων χωρών με την ύπαρξη υψηλότερων ακα-
δημαϊκών προσόντων, ο οποίος θα καθιστούσε ευχερέστερο τον ενδεχόμε-
νο δικαστικό έλεγχο των προϋποθέσεων προς την αρχή της αναλογικότη-
τας.

3. Επί του άρθρου 10
Το άρθρο 10 φέρει τον τίτλο «Έργο του δικηγόρου και διαμεσολάβηση –
Υποστήριξη Κτηματολογίου από Δικηγόρους Τροποποίηση του άρθρου 36

του ν. 4194/2013». Όμως, παρατηρείται ότι η μοναδική τροποποίηση που ε-
πέρχεται στο άρθρο 36 του ν. 4194/2013, αφορά την προσθήκη περ. στ ́ σχε-
τικά με την υποστήριξη του Κτηματολογίου από Δικηγόρους εν σχέσει με

τον έλεγχο εγγραπτέων πράξεων και τη νομική υποστήριξη των συναλασ-
σομένων. Κατά συνέπεια, η φράση «έργο του δικηγόρου και διαμεσολάβη-
ση» θα ήταν, ενδεχομένως, προτιμότερο να απαλειφθεί, καθώς δεν επέρχε-
11

ται δια του συγκεκριμένου άρθρου τροποποίηση που να αφορά το έργο του
δικηγόρου σε σχέση με τη διαμεσολάβηση.
Τέλος, ο ρηματικός τύπος «συστήνονται» στην περ. στ ́ της παρ. 2, θα
μπορούσε να αντικατασταθεί από τον τύπο «συνιστώνται».
4. Επί του άρθρου 11

Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθενται τα εξής εδάφια στην παρά-
γραφο 3 του άρθρου 54 του ν. 4194/2013, η οποία ρυθμίζει ζητήματα διανο-
μής κερδών στους εταίρους δικηγορικών εταιρειών: «Με απόφαση του δια-
χειριστή, η οποία λαμβάνεται εντός της χρήσης, είναι δυνατή η διανομή

προσωρινών καθαρών εσόδων (κερδών) στους εταίρους, με την προϋπόθε-
ση ότι καταρτίζεται σχετική προσωρινή κατάσταση αποτελεσμάτων, από την

οποία προκύπτει ότι υφίστανται τα προς τούτο αναγκαία ποσά. Το ποσό που
διανέμεται δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των κερδών που προκύπτει με
βάση την ετήσια διανομή καθαρών εσόδων της παρ. 2».
Επί του πρώτου εδαφίου παρατηρείται, καταρχάς, ότι ο προσδιορισμός

του αρμόδιου οργάνου (συνέλευση των εταίρων ή διαχειριστής ή άλλο όρ-
γανο της εταιρείας) για τη λήψη απόφασης προς διανομή «προσωρινών κα-
θαρών εσόδων (κερδών)» είναι ζήτημα καταστατικής, και όχι νομοθετικής

ρύθμισης, και, συνεπώς, η αναφορά σε «διαχειριστή» πρέπει να αντικατα-
σταθεί από αναφορά σε «αρμόδιο όργανο». Επίσης, δεν είναι σαφές για ποι-
ον λόγο η απόφαση αυτή πρέπει να «λαμβάνεται εντός της χρήσης», όπως

επίσης και τι συνεπάγεται η διανομή «προσωρινών καθαρών εσόδων (κερ-
δών)» κατ’ εφαρμογή απόφασης που έχει ληφθεί στην προηγούμενη χρήση,

πρακτική συνήθης ειδικά σε ό,τι αφορά τις διανομές των πρώτων μηνών της

χρήσης. Εξ άλλου, δεδομένου ότι οι δικηγορικές εταιρείες δεν είναι κεφα-
λαιουχικές εταιρείες, προβληματισμό δημιουργεί η θέσπιση υποχρέωσης για

κατάρτιση «προσωρινής κατάστασης αποτελεσμάτων» που δεν απαντά στη

σχετική νομοθεσία για τις λοιπές εταιρείες που οργανώνονται και λειτουρ-
γούν κατά παρεμφερή τρόπο (εταιρείες συμβολαιογράφων του π.δ.

284/1993, εταιρείες δικαστικών επιμελητών του π.δ. 68/2011, λοιπές αστι-
κές κερδοσκοπικές εταιρείες).

Περαιτέρω, η ρύθμιση του δεύτερου εδαφίου, σύμφωνα με την οποία, «το
ποσό που διανέμεται δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των κερδών που

προκύπτει με βάση την ετήσια διανομή καθαρών εσόδων», παρίσταται περιτ-
τή, καθώς ορίζει το αυτονόητο και, πάντως, χρήζει συμπλήρωσης, αν όχι ως

προς τις εταιρικού δικαίου συνέπειες (πρβλ. άρθρα 100 παρ. 5 του ν.
4072/2012 και 163 του ν. 4548/2018), τουλάχιστον, ως προς τη φορολογική

μεταχείριση των προσωρινών απολήψεων που υπερβαίνουν τα ετήσια κέρ-
12

δη, δηλαδή αν θεωρείται ότι έχουν καταβληθεί έναντι κερδών της επόμενης
χρήσης ή ότι συνιστούν δανεισμό ή χρηματική «διευκόλυνση» της εταιρείας

προς τους εταίρους. Ελλείψει τέτοιας ρύθμισης, δεν φαίνεται να επιτυγχά-
νεται ο σκοπός για τον οποίο προτείνεται η διάταξη, ο οποίος, σύμφωνα με

τον πίνακα που φέρει τον τίτλο «Σύνοψη στόχων κάθε άρθρου» και αποτελεί
μέρος της «Ανάλυσης Συνεπειών Ρύθμισης» που συνοδεύει το νομοσχέδιο,

είναι να «μην συγχέονται από τη φορολογική αρχή οι απολήψεις των εταί-
ρων δικηγορικών εταιρειών με τις προβλεπόμενες αμοιβές ή παροχές σε εί-
δος κατά τα άρθρα 12 και 13 του ν.4172/2013» (Κώδικας Φορολογίας Εισο-
δήματος).

5. Επί των άρθρων 12 και 26
Διά του άρθρου 12 αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρου 62 του ν.
4194/2013 υπό τον τίτλο «Προκαταβολή εισφορών-κρατήσεων» και, μεταξύ
άλλων, ορίζεται ότι «[σ]την τακτική διαδικασία, κατά τη διάταξη του άρθρου

237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο δικηγόρος οφείλει να καταθέτει ε-
νιαίο γραμμάτιο για τις προτάσεις και την παράσταση». Συναφώς παρατη-
ρείται ότι το άρθρο 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αφορά την τακτική

διαδικασία στο Ειρηνοδικείο, το Μονομελές Πρωτοδικείο και το Πολυμελές

Πρωτοδικείο. Εν τούτοις, παρατηρείται ότι διά του άρθρου 26 του νομοσχε-
δίου τροποποιείται το Παράρτημα Ι του ν. 4194/2013, προκειμένου να εναρ-
μονισθεί με την προτεινόμενη ρύθμιση περί κατάθεσης ενιαίου γραμματίου

για τις προτάσεις και την παράσταση μόνο αναφορικά με την τακτική διαδι-
κασία στο Μονομελές Πρωτοδικείο και στο Πολυμελές Πρωτοδικείο. Ερωτά-
ται, επομένως, αν στην τροποποίηση του πίνακα αμοιβών δικηγόρων θα πρέ-
πει να προστεθεί και η σχετική διάταξη του Παραρτήματος Ι του ν.

4194/2013 ως προς την τακτική διαδικασία στο Ειρηνοδικείο.

Τέλος, για λόγους νομοτεχνικούς, θα μπορούσαν να απαλειφθούν τα ει-
σαγωγικά στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 62 του ν. 4194/2013, το οποίο

τροποποιείται με το άρθρο 12.
6. Επί του άρθρου 19
Στην παρ. 3 περ. α ́ του άρθρου 107 του ν. 4194/2013, όπως προστίθεται
διά του άρθρου 19, μπορεί να απαλειφθεί το γράμμα «G».
7. Επί του άρθρου 20
Με το άρθρο 20 καθορίζονται εκ νέου μέσω της τροποποίησης του άρθρου

141 του ν. 4194/2013 τα χρονικά όρια παραγραφής πειθαρχικών παραπτω-
μάτων που τελούνται από δικηγόρους. Στην παρ. 2 του υπό τροποποίηση άρ-
13

θρου 141 ορίζεται ότι «[ό]σο διαρκεί η ποινική διαδικασία και μέχρι την πε-
ράτωσή της αναστέλλεται η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος».

Στο συγκεκριμένο εδάφιο μπορεί να γίνει ρητή αναφορά συγκεκριμένα στην

αμετάκλητη περάτωση της ποινικής διαδικασίας και η φράση «μέχρι την πε-
ράτωση της» να συμπληρωθεί ως εξής «μέχρι την αμετάκλητη περάτωσή

της»
8. Επί του άρθρου 23
Διά του άρθρου 23 του νομοσχεδίου αντικαθίσταται η παρ. 7 του άρθρου

152 του ν. 4194/2013 και ορίζεται ότι «α) Ο αρμόδιος Εισαγγελέας, σε περί-
πτωση άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος δικηγόρου, οφείλει να γνωστο-
ποιεί σε περίληψη την ποινική δίωξη στον οικείο δικηγορικό σύλλογο. β) Οι

γραμματείς των δικαστηρίων ή των δικαστικών συμβουλίων οφείλουν να

διαβιβάζουν στον οικείο δικηγορικό σύλλογο τα παραπεμπτικά ή απαλλακτι-
κά βουλεύματα του πρώτου και του δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας, καθώς

και τις πρωτόδικες, τελεσίδικες και αμετάκλητες καταδικαστικές ή απαλλα-
κτικές αποφάσεις που αφορούν σε δικηγόρο». Ως προς την περίπτωση α ́ η

φράση «περίληψη ποινικής δίωξης» θα μπορούσε, για λόγους νομοτεχνι-
κούς, να αναδιατυπωθεί, ώστε να αποτυπώνεται ευκρινώς ότι πρόκειται για

αναφορά στις αξιόποινες πράξεις για τις οποίες ασκείται η δίωξη με παρα-
πομπή στις οικείες διατάξεις.

Ως προς την περίπτωση β ́, παρατηρείται ότι στην υπό ψήφιση διάταξη ει-
σάγονται δύο επιμέρους τροποποιήσεις σε σχέση με την ισχύουσα. Αφενός,

η διαβίβαση στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο παραπεμπτικών ή απαλλακτι-
κών βουλευμάτων του πρώτου και του δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας κα-
θώς και η διαβίβαση πρωτόδικων, τελεσίδικων και αμετάκλητων καταδικαστι-
κών ή απαλλακτικών αποφάσεων που αφορούν σε δικηγόρο λαμβάνει χώρα

επιμελεία των γραμματέων των δικαστηρίων ή των δικαστικών συμβουλίων
και όχι του αρμοδίου εισαγγελέα. Αφετέρου, απαλείφεται η σχετική προς
τούτο προθεσμία διαβίβασης των δέκα (10) ημερών. Σύμφωνα με τις Γενικές
Αρχές που διέπουν τα πειθαρχικά αδικήματα, όπως αποτυπώνονται ειδικά
στο άρθρο 139 του κώδικα δικηγόρων (ν. 4194/2013), η πειθαρχική δίκη είναι

αυτοτελής. Ορίζεται, όμως περαιτέρω, ότι «[ο] πειθαρχικός δικαστής δύνα-
ται να διατάξει την αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας, έως ότου περα-
τωθεί η ποινική. Σε περίπτωση αθώωσης στην ποινική δίκη, η πειθαρχική δια-
δικασία επαναλαμβάνεται αν έχει τιμωρηθεί ο διωχθείς. Πάντως, οι διαπι-
στώσεις που εμπεριέχονται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή

αμετάκλητο βούλευμα, για την ύπαρξη ή μη ορισμένων γεγονότων, γίνονται
δεκτές και στην πειθαρχική δίκη».
Περαιτέρω, παρατηρείται ότι σύμφωνα με το άρθρο 141 του ν . 4194/2013,

όπως τροποποιείται διά του άρθρου 20 του νομοσχεδίου, όσο διαρκεί η ποι-
νική διαδικασία, και μέχρι την περάτωσή της, αναστέλλεται η παραγραφή

του πειθαρχικού παραπτώματος. Συνεπώς, από την έναρξη της ποινικής δια-
δικασίας, δηλαδή την άσκηση ποινικής δίωξης, και έως την περάτωσή της, α-
ναστέλλεται η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος. Η έναρξη της α-
ναστολής της παραγραφής των πειθαρχικών παραπτωμάτων διά της ασκή-
σεως ποινικής δίωξης μπορεί να λάβει χώρα σε μεταγενέστερο χρονικό ση-
μείο, ενώ θα έχει ήδη διανυθεί ικανό χρονικό διάστημα από την τέλεσή τους,

χωρίς μάλιστα να έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη. Κατ’ αποτέλεσμα, κατά
τον χρόνο έκδοσης της αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης, οπότε και

παύει η αναστολή της παραγραφής και εκκινεί εκ νέου η προθεσμία παρα-
γραφής, είναι ενδεχόμενο, ο υπολειπόμενος χρόνος προς άσκηση πειθαρχι-
κής δίωξης να είναι σύντομος. Γι’ αυτόν τον λόγο, η διαβίβαση των αμετα-
κλήτως καταδικαστικών αποφάσεων θα πρέπει να γίνεται εντός σύντομης

προθεσμίας με επιμέλεια του αρμόδιου Εισαγγελέα, ο οποίος γνωστοποίη-
σε την άσκηση ποινικής δίωξης.

9. Επί του άρθρου 27
Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθεται στα καθήκοντα των δικαστικών

επιμελητών «η κοινοποίηση, γνωστοποίηση, διαβίβαση ή άλλη συναφής δια-
δικαστική πράξη με φυσικό τρόπο ή με ηλεκτρονικά μέσα». Από το κείμενο

της διάταξης ή από τις επιμέρους Εκθέσεις της Ανάλυσης Συνεπειών Ρύθμι-
σης δεν καθίσταται σαφές αν αντικείμενο της εν λόγω κοινοποίησης, γνω-
στοποίησης, διαβίβασης ή άλλης συναφούς διαδικαστικής πράξης είναι «δι-
κόγραφα και εξώδικα έγγραφα» ή και τυχόν άλλα έγγραφα.

10. Επί του άρθρου 31
Διά του άρθρου 31 διευρύνεται ο λόγος αναψηλάφησης του άρθρου 544

περίπτωση 6 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ώστε, όταν η προσβαλλόμε-
νη απόφαση στηρίζεται σε ψευδή κατάθεση διαδίκου, ο ψευδής χαρακτήρας

της να στοιχειοθετείται όχι μόνο με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστη-
ρίου ή με δικαστική ομολογία του διαδίκου, αλλά και με «δημόσια, προφορι-
κή ή έγγραφη, ομολογία του δια του τύπου και λοιπών μέσων ΜΜΕ ή μέσω

του διαδικτύου». Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, με

την προσθήκη αυτή, «στην περίπτωση, που ένας διάδικος προβαίνει εγνω-
σμένα και δημόσια σε ομολογία, η οποία αναιρεί την πραγματολογική βάση

επί της οποίας στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη δικαστική απόφαση, παραδε-
χόμενος έτσι ότι εξαπάτησε την ελληνική Δικαιοσύνη και την ώθησε σε δι-
15

κανική κρίση που βασίσθηκε σε ψευδή στοιχεία, δίνεται η δικονομική δυνα-
τότητα επανόρθωσης της αδικίας στον ζημιωθέντα διάδικο με την καθιέρω-
ση σχετικού λόγου αναψηλάφησης».

Επισημαίνεται ότι, διά της διάταξης του άρθρου 31, εξισώνονται για τους
σκοπούς της αναψηλάφησης τα αποδεικτικά μέσα της δικαστικής ομολογίας

και της εξώδικης ομολογίας. Μολονότι τα εν λόγω αποδεικτικά μέσα διαφέ-
ρουν ως προς την αποδεικτική τους δύναμη, καθώς, σύμφωνα με το άρθρο

352 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η δικαστική ομολογία παράγει πλήρη
απόδειξη, ενώ η εξώδικη ομολογία εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο,
εν προκειμένω εμφανίζονται να στοιχειοθετούν εξίσου τον υπό 544 περ. 6

λόγο αναψηλάφησης στην περίπτωση ψευδούς κατάθεσης διαδίκου. Περαι-
τέρω, επισημαίνεται η σχετική ρύθμιση διαχρονικού δικαίου του άρθρου 73

του νομοσχεδίου, σύμφωνα με την οποία, «η διάταξη του άρθρου 31 εφαρ-
μόζεται και στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δί-
κες συμπεριλαμβανομένων και αυτών ενώπιον του Αρείου Πάγου».

11. Επί του άρθρου 32
α. Με το άρθρο 32 παρ. 1 τροποποιείται η παρ. 5 του άρθρου 150 του ν.
2960/2001 και ορίζεται ότι: η έκδοση πράξης επιβολής πολλαπλού τέλους

σε βάρος ορισμένου προσώπου για διοικητική παράβαση που συνιστά ταυ-
τόχρονα και το έγκλημα της λαθρεμπορίας αναστέλλει την προθεσμία της

παραγραφής του σχετικού ποινικού αδικήματος και συνεπάγεται την αυτε-
πάγγελτη αναβολή ή αναστολή της αντίστοιχης ποινικής διαδικασίας, χωρίς

να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της αναστολής του πρώτου εδαφίου της

παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα. Περαιτέρω, ορίζεται ότι η ανα-
στολή της προθεσμίας της παραγραφής και η αναβολή ή αναστολή της ποι-
νικής διαδικασίας διαρκούν μέχρι την οριστικοποίηση της πράξης επιβολής

πολλαπλού τέλους, λόγω άπρακτης παρόδου της προθεσμίας άσκησης προ-
σφυγής ή μέχρις ότου καταστεί αμετάκλητη η απόφαση του αρμόδιου διοι-
κητικού δικαστηρίου επί της προσφυγής που ασκήθηκε.

Εν προκειμένω παρατηρείται ότι ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, σε
συμμόρφωση με τη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με το τεκμήριο αθωότητας
και την αρχή ne bis in idem, στο άρθρο 5 παρ. 2, όπως τροποποιήθηκε με το

άρθρο 17 του ν. 4446/2016, προβλέπει ότι τα διοικητικά δικαστήρια «δε-
σμεύονται, επίσης, από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποι-
νικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη, από τις αμετάκλητες α-
θωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην

γίνει η κατηγορία βουλεύματα, εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλ-
λειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋ-
16

πόθεση της διοικητικής παράβασης» (βλ. σχετικά στην Έκθεση της Επιστη-
μονικής Υπηρεσίας επί του Νομοσχεδίου «Πτωχευτικός Κώδικας, Διοικητική

Δικαιοσύνη, Τέλη-Παράβολα, Οικειοθελής αποκάλυψη αδήλωτων εισοδημά-
των, Ηλεκτρονικές συναλλαγές, Τροποποιήσεις του ν. 4270/2014 και λοιπές

διατάξεις» την υπ’ αριθμ. 8 παρατήρηση με αναλυτική παράθεση της νομο-
λογίας). Σημειωτέον ότι, όταν μία συμπεριφορά ταυτόχρονα συνιστά διοικη-
τική παράβαση και έγκλημα, διεκδικούν εφαρμογή ισόκυρα το άρθρο 94 παρ.

1 του Συντάγματος και το άρθρο 96 παρ. 1 του Συντάγματος, που ιδρύουν
την αρμοδιότητα των διοικητικών και των ποινικών δικαστηρίων, αντίστοιχα.
Συνεπώς, η σχέση των δύο διαδικασιών, διοικητική και ποινική, οι οποίες δεν
ιεραρχούνται συνταγματικά, αποτελεί δικαιοπολιτική επιλογή του νομοθέτη.
β. Με το άρθρο 32 παρ. 2 τροποποιείται το άρθρο 159 του ν. 2960/2001 και
προστίθεται παρ. 3. Εξ άλλου, η αναφορά στα άρθρα 61 και 63 του Ποινικού

Κώδικα στην παρ. 1 του άρθρου 159 πρέπει να διαγραφεί, διότι τα άρθρα αυ-
τά έχουν καταργηθεί στον ισχύοντα Ποινικό Κώδικα.

Τέλος, θα ήταν νομοτεχνικά ορθότερο, η παρ. 2 του άρθρου 159 να ανα-
διατυπωθεί υπό το φως των άρθρων 60, 65 και 66 του ισχύοντος Ποινικού

Κώδικα.
12. Επί του άρθρου 36

Με την προτεινόμενη διάταξη θεσπίζεται, για όλα τα δικαστήρια της χώ-
ρας, η δυνατότητα εξ αποστάσεως διασκέψεων με χρήση τεχνολογικών μέ-
σων, σε περιπτώσεις ανυπέρβλητου κωλύματος ενός ή περισσοτέρων δικα-
στικών λειτουργών. Η δυνατότητα αυτή είχε παρασχεθεί κατά το διάστημα

από 16.3.2020 και εντεύθεν με σειρά Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων, κατ’
εξουσιοδότηση, μεταξύ άλλων, του άρθρου 11 της από 11.3.2020 πράξης

νομοθετικού περιεχομένου «Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης των αρνη-
τικών συνεπειών της εμφάνισης του κορωνοϊού COVID-19 και της ανάγκης

περιορισμού της διάδοσής του», η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του
ν.4682/2020.
Ο θεσμός της διασκέψεως προβλέπεται για όλα τα δικαστήρια της χώρας,

πλην, αυτονόητα, των μονομελών (βλ. αρ. 301-302 του Κώδικα Πολιτικής Δι-
κονομίας, αρ. 369 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αρ. 34 π.δ. 18/1989, αρ.

38 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, αρ. 295 ν. 4700/2020). Η μυστικότητα
της διασκέψεως διασφαλίζεται με την διά ζώσης παρουσία των δικαστικών

λειτουργών σε αυτήν. Στο άρθρο 38 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ορί-
ζεται ότι «[η] διάσκεψη για την έκδοση Απόφασης είναι μυστική και το απο-
τέλεσμά της είναι απόρρητο ως τη δημοσίευση της Απόφασης».

Η δυνατότητα εξ αποστάσεως διασκέψεων, με χρήση τεχνολογικών μέ-
17

σων, ενδέχεται να εγκυμονεί κινδύνους ως προς τη διασφάλιση της μυστι-
κότητάς τους, γεγονός το οποίο λαμβάνεται υπόψη με την προτεινόμενη

διάταξη, η οποία προβλέπει διάσκεψη εξ αποστάσεως «με τη χρήση τεχνο-
λογικών μέσων που διασφαλίζουν τη μυστικότητά τους». Δεδομένων των ει-
δικών και τεχνικών ζητημάτων που χρήζουν αντιμετώπισης, ώστε να επιτυγ-
χάνεται ο σκοπός της διασφάλισης της μυστικότητας, θα ήταν, ενδεχομέ-
νως, σκόπιμη η κατά νομοθετική εξουσιοδότηση περαιτέρω ρύθμισή τους.

13. Επί του άρθρου 37

Με την προτεινόμενη διάταξη συνιστώνται είκοσι (20) νέες θέσεις δικα-
στικών υπαλλήλων, κλάδου πληροφορικής, στο Συμβούλιο της Επικρατείας,

και ορίζεται ειδική, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, διαδικασία

για την πλήρωσή τους, καθώς και για την πλήρωση υφιστάμενων κενών ορ-
γανικών θέσεων δικαστικών υπαλλήλων, κλάδου πληροφορικής, στο Συμ-
βούλιο της Επικρατείας και στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των Τα-
κτικών Διοικητικών Δικαστηρίων. Ειδικότερα, προβλέπεται η πλήρωση των

συνιστώμενων και των υφιστάμενων κενών θέσεων είτε με διορισμό μόνι-
μου προσωπικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλή-
λων, είτε με μετάταξη μόνιμων υπαλλήλων των φορέων Γενικής Κυβέρνη-
σης, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, είτε με μεταφορά αντίστοι-
χων θέσεων υπαλλήλων που υπηρετούν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαί-
ου αορίστου χρόνου σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, κατά παρέκκλιση

των κείμενων διατάξεων.
Το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 92 ότι: «1. Οι υπάλληλοι της γραμματείας

όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών είναι μόνιμοι (...) 2. Νόμος ορί-
ζει τα προσόντα των υπαλλήλων της γραμματείας όλων των δικαστηρίων

και των εισαγγελιών, καθώς και τα σχετικά με την κατάστασή τους γενικά. 3.
Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των

δικαστικών υπαλλήλων ενεργούνται ύστερα από σύμφωνη γνώμη υπηρεσια-
κών συμβουλίων που συγκροτούνται κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λει-
τουργούς και δικαστικούς υπαλλήλους, όπως νόμος ορίζει». Συναφώς έχει

κριθεί, με την υπ’ αρ. 3178/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου
της Επικρατείας, ότι «(...) οι γραμματείες των δικαστηρίων και εισαγγελιών

οργανώνονται και στελεχώνονται από δικαστικούς υπαλλήλους, οι οποίοι α-
ποτελούν ειδική κατηγορία υπαλλήλων που περιβάλλονται από εγγυήσεις

ως προς την εν γένει υπηρεσιακή τους κατάσταση, μεταξύ των οποίων η μο-
νιμότητα (ΣτΕ 1540/2013 Ολομέλεια, 195/2013 Ολομέλεια, 1482/2002, 108 -

116/1997 Ολομέλεια). Κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων δεν αποκλείε-
ται κατόπιν ειδικής νομοθετικής προβλέψεως η πρόσληψη στις εν λόγω

18

γραμματείες και υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου
χρόνου, με τις προϋποθέσεις α) ότι δεν αναιρείται ο συνταγματικός κανόνας
της οργανώσεως και στελεχώσεως των εν λόγω γραμματειών με μόνιμους

δικαστικούς υπαλλήλους, β) ότι στους υπαλλήλους αυτούς ανατίθενται κα-
θήκοντα τεχνικής ή ειδικής επιστημονικής φύσεως που δικαιολογούνται από

την φύση της σχέσεως εργασίας τους και γ) ότι παραφυλλάσσονται υπέρ

των μονίμων δικαστικών υπαλλήλων τα συνδεόμενα αρρήκτως με την άσκη-
ση του δικαιοδοτικού έργου καθήκοντα (π.χ. συμμετοχή στην συγκρότηση

των δικαστηρίων και στις συνεδριάσεις τους, σύνταξη πρακτικών, συμμετο-
χή στα δικαστικά συμβούλια κ.λπ.), (πρβλ. ΣτΕ 1715 - 1722, 1770, 1809/1983

Ολομέλεια, 4356/1976 Ολομέλεια, βλ. και 1540/2013 Ολομέλεια)» (σκέψη
9).
Υπό το φως των ανωτέρω, η προτεινόμενη δυνατότητα για την πλήρωση

θέσεων δικαστικών υπαλλήλων στο Συμβούλιο της Επικρατείας και στη Γενι-
κή Επιτροπεία της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, με

μεταφορά αντίστοιχων θέσεων υπαλλήλων που υπηρετούν με σχέση εργα-
σίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης,

τελεί αυτονόητα υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις που θέτει η υπ’ αρ.
3178/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
14. Επί του άρθρου 38

α. Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται η δυνατότητα σύστασης ο-
μάδων εργασίας για την πραγματοποίηση έργων τεχνολογιών πληροφορι-
κής και επικοινωνιών στο πλαίσιο προγραμμάτων και δράσεων της Ευρωπαϊ-
κής Ένωσης για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, με κοινή απόφαση των Υπουρ-
γών Δικαιοσύνης, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του εκάστοτε καθ’ ύλην αρ-
μόδιου Υπουργού. Μέλη των ομάδων εργασίας μπορεί να ορίζονται, μεταξύ

άλλων, δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, οι οποίοι ανήκουν στον κλά-
δο της δικαιοσύνης στον οποίο αφορούν οι πραγματοποιούμενες δράσεις

και οι οποίοι επιλέγονται με πράξη του οργάνου που διευθύνει το οικείο δι-
καστήριο ή εισαγγελία. Συναφώς προστίθεται νέα παρ. 5 στο άρθρο 41 του

Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών

(ν. 1756/1988), με την οποία ορίζεται ότι η συμμετοχή δικαστικών λειτουρ-
γών στις εν λόγω ομάδες εργασίας «συνιστά δικαστικό έργο, το οποίο πα-
ρέχεται στο πλαίσιο των υπηρεσιακών καθηκόντων τους».

Στο άρθρο 89 του Συντάγματος, το οποίο εντάσσεται στο ευρύτερο πλαί-
σιο συνταγματικών εγγυήσεων προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας

των δικαστικών λειτουργών, περιγράφονται έργα και ιδιότητες οι οποίες επι-
τρέπονται στους δικαστικούς λειτουργούς και άλλες που είναι ασυμβίβα-
19

στες με το δικαστικό λειτούργημα. Μετά την αναθεώρηση του 2001, επιτρέ-
πεται στους δικαστικούς λειτουργούς, πλην της δυνατότητας εκλογής τους

ως μελών της Ακαδημίας Αθηνών ή του διδακτικού προσωπικού ανώτατων
εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η συμμετοχή τους σε συμβούλια ή επιτροπές που
ασκούν αρμοδιότητες πειθαρχικού, ελεγκτικού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα,

και σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, η διενέργεια διαιτησιών στο πλαί-
σιο των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, η εκπροσώπηση της χώρας σε διε-
θνείς οργανισμούς, και η άσκηση καθηκόντων σχετικών με την εκπαίδευση

των δικαστικών λειτουργών, τα οποία ρητώς η παρ. 3 του άρθρου 89 ορίζει
ότι θεωρούνται δικαστικά. Αντιθέτως, η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε
δικαστικούς λειτουργούς, η οποία επιτρεπόταν πριν από την αναθεώρηση

του 2001, απαγορεύεται πλέον ρητώς (βλ. Α. Τσιρωνά, Ερμηνεία επί του άρ-
θρου 89 του Συντάγματος, σε Φ. Σπυρόπουλο - Ξ. Κοντιάδη - Χ. Ανθόπουλο

- Γ. Γεραπετρίτη, Το Σύνταγμα, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, 2017, σελ. 1362 επ. και
την εκεί παρατιθέμενη βιβλιογραφία).

Σύμφωνα με την υπ’ αρ. 3503/2009 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβου-
λίου της Επικρατείας (σκέψη 7) «ο αναθεωρητικός συνταγματικός νομοθέ-
της απαγορεύει πλέον από 1-1-2002 την ανάθεση διοικητικών καθηκόντων

σε δικαστικούς λειτουργούς με σκοπό την ενίσχυση της προσωπικής και λει-
τουργικής ανεξαρτησίας τους. Εξαίρεση από το γενική αυτή απαγόρευση, η

οποία, όμως, είναι, για το λόγο αυτό, στενά ερμηνευτέα, προβλέπεται από
την παράγραφο 2 του άρθρου 89, προκειμένου για τη συμμετοχή δικαστικών

λειτουργών, μεταξύ άλλων, σε συμβούλια ή επιτροπές πειθαρχικού, ελεγκτι-
κού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα».

Εξ άλλου, υποστηρίζεται ότι η απαγόρευση συμμετοχής των δικαστών σε
συλλογικά όργανα που είναι επιφορτισμένα με διοικητικά καθήκοντα αφορά

στην άσκηση αλλότριου διοικητικού έργου και δεν καταλαμβάνει την ανάλη-
ψη διοικητικών καθηκόντων από τους δικαστές στο πλαίσιο της αυτοδιοίκη-
σης της δικαιοσύνης και για την επιμέλεια των ιδίων υποθέσεών της (βλ. Α.

Τσιρωνά, όπ. παρ., σελ. 1372, Κ. Γώγο, Η εφαρμογή των αναθεωρημένων

διατάξεων του Συντάγματος για τους δικαστικούς λειτουργούς και την απο-
νομή της δικαιοσύνης – Ένας απολογισμός, σε Ξ. Κοντιάδη (επιμ.), Πέντε

χρόνια μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, τόμος 2,2006, σελ. 733
επ.).
Συναφώς έχει κριθεί, με την υπ’ αρ. 195/2013 απόφαση της Ολομέλειας

του Συμβουλίου της Επικρατείας, ότι η Τριμελής Επιτροπή διενέργειας ειδι-
κού διαγωνισμού για την πλήρωση κενών θέσεων δικαστικών υπαλλήλων

του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 24 παρ. 9 του ν. 3202/2003) «ασκεί αρμο-
διότητα η οποία είναι μεν, κατά περιεχόμενο, διοικητικής φύσεως, συνδέε-

ται όμως στενά με την εν γένει διοίκηση και οργάνωση του Ελεγκτικού Συ-
νεδρίου και το επιτελούμενο από το δικαστήριο αυτό δικαιοδοτικό έργο στο

οποίο, όπως έχει ήδη εκτεθεί, συμβάλλουν ενεργά και οι δικαστικοί υπάλλη-
λοι (πρβλ. ΣτΕ 3773/2011 Ολομ., 322/2011 7μ., 611/2009 7μ., 3034-5/2008

Ολομ., 2011/2003 Ολομ., 1751/1997 7μ.,). Συνεπώς, η συγκρότηση της Επι-
τροπής αυτής από δικαστικούς λειτουργούς του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν

αντιβαίνει στις διατάξεις του άρθρου 89 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος».

Υπό το φως των ανωτέρω, η συμμετοχή δικαστικών ή εισαγγελικών λει-
τουργών σε ομάδες εργασίας, στο πλαίσιο προγραμμάτων και δράσεων της

Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, δύναται να θεωρηθεί

έργο δικαστικό, εφόσον συνδέεται στενά με την εν γένει διοίκηση και οργά-
νωση των Δικαστηρίων της χώρας και το επιτελούμενο από αυτά δικαιοδοτι-
κό έργο.

β. Με την παράγραφο 4 προστίθενται στο άρθρο 30 του Κώδικα Δικαστι-
κών Υπαλλήλων (ν. 2812/2000) παράγραφοι 3 και 4. Η νέα παράγραφος 4 ο-
ρίζει την εφαρμογή των «διατάξε[ων] του παρόντος» και σε «υπό εξέλιξη

έργα [...] για τα οποία έχουν ήδη συναφθεί σχετικές συμφωνίες επιδότη-
σης» και για τα οποία «οι συνέπειες συγκρότησης των συλλογικών οργάνων

της παρ. 1 ανατρέχουν στην ημερομηνία σύναψης των ήδη συναφθεισών
συμφωνιών». Σημειώνεται ότι η αναφορά στα «συλλογικ[ά] όργαν[α] της
παρ. 1» φαίνεται να παραπέμπει στην παράγραφο 1 του υπό ψήφιση άρθρου
38 του νομοσχεδίου και όχι στην παράγραφο 1 του άρθρου 30 του Κώδικα

Δικαστικών Υπαλλήλων, στο οποίο εντάσσεται η προτεινόμενη διάταξη. Ο-
μοίως, η αναφορά σε εφαρμογή των «διατάξε[ων] του παρόντος» φαίνεται

να αφορά τις διατάξεις του υπό ψήφιση άρθρου 38 του νομοσχεδίου και όχι
τις διατάξεις του άρθρου 30 του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, στο οποίο
εντάσσεται η προτεινόμενη διάταξη.
Δεδομένων των ανωτέρω και του ότι η προτεινόμενη παράγραφος 4, στο
σύνολό της, εισάγει μεταβατική ρύθμιση, θα ήταν, ενδεχομένως, σκόπιμο η

παράγραφος αυτή να αποτελέσει αυτοτελή ρύθμιση στις μεταβατικές διατά-
ξεις του νομοσχεδίου.

15. Επί του άρθρου 44

Η φράση «Στον αριθμό 10 της υποπαρ. ΣΤ.2, της παρ. ΣΤ, του άρθρου πρώ-
του του ν. 4093/2012 (Α ́ 222), προστίθεται εδάφιο, και η παρ. 10 διαμορφώ-
νεται ως εξής» μπορεί να αντικατασταθεί με τη φράση «Στην περίπτωση 10

της υποπαρ. ΣΤ.2, της παρ. ΣΤ, του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α ́

222), προστίθεται εδάφιο και η περίπτωση 10 διαμορφώνεται ως εξής». Επί-
σης, η φράση «Από 1.1.2014, οι δικαιούχοι της περ. α ́» μπορεί να αντικατα-
21

σταθεί με τη φράση «Από 1.1.2014, οι δικαιούχοι της υποπερ. α ́».
16. Επί του άρθρου 51
Με τη διάταξη του άρθρου 51 ορίζεται ότι σε περίπτωση αστικής ευθύνης

λόγω ηθικής βλάβης από προσβολή τελούμενη διά του «τύπου», «εφόσον έ-
χει επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση, καθώς και αναγκαστική κατάσχεση

στα χέρια τρίτου, η αναγκαστική κατάσχεση αίρεται αυτοδικαίως μετά την
παρέλευση δεκαοκτώ (18) μηνών από την ημέρα της επίδοσης αντιγράφου
του απογράφου στον καθ’ ου η εκτέλεση ή του εγγράφου του άρθρου 983

του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, και εφόσον η απαίτηση δεν έχει ακόμη ει-
σπραχθεί». Διά της διάταξης αυτής θεσπίζεται χρονικό όριο 18 μηνών στην

αναγκαστική κατάσχεση και στην κατάσχεση εις χείρας τρίτου ειδικά για τα
αδικήματα του τύπου. Η αιτιολογική έκθεση θεμελιώνει την επιλογή αυτή
του νομοθέτη στη σκέψη ότι «η ελευθερία του τύπου πρέπει να ασκείται με

τις λιγότερες δυνατές απαγορεύσεις», και διευκρινίζει ότι «με την προτεινό-
μενη ρύθμιση επέρχονται περιορισμοί στη διαδικασία εκτέλεσης για τη δια-
σφάλιση του ανωτέρω». Προβληματισμός γεννάται ως προς τα εξής: αφε-
νός αν, ως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση, η εφαρμογή του κοινού

δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης μετά από δικαστική διάγνωση συνιστά

σε κάποιον βαθμό περιορισμό στην ελευθερία του τύπου, και αφετέρου, κα-
τά πόσο η στάθμιση, από μέρους του νομοθέτη, της ελαχιστοποίησης των α-
παγορεύσεων στην ελευθερία του τύπου ως υπερτερούσας της αναζήτησης

με νόμιμα μέσα επιδικασθείσας χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλά-
βης προκληθείσας διά του τύπου, ώστε να δικαιολογείται η επιβολή του σχε-
τικού χρονικού περιορισμού στην αναγκαστική κατάσχεση, είναι επαρκώς

συμβατή με την προστασία της προσωπικότητας (άρθρο 5 του Συντάγματος)

καθώς και με το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρο 20 του Συντάγμα-
τος) και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ), δικαιώματα

τα οποία καταλαμβάνουν την αναγκαστική εκτέλεση (βλ. ΑΠ 19/2001 Ολ. και
ΕΔΔΑ, Hornsby κατά Ελλάδος, 19.3.1997 αντίστοιχα).
17. Επί του άρθρου 53
α. Με την προτεινόμενη διάταξη αντικαθίσταται το άρθρο 348 του ν.

4412/2016 ως προς την επιλογή των μελών και τη συγκρότηση της Αρχής Ε-
ξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών. Συγκεκριμένα, αντί της επιλογής των

μελών της Αρχής, πλην του Προέδρου, από το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλο-
γής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 2190/1994, προ-
τείνεται η επιλογή τους από «Τριμελή Επιτροπή Επιλογής», η οποία θα απο-
τελείται από τον πρώτο κατά σειρά αρχαιότητας Αντιπρόεδρο του Συμβουλί-
ου της Επικρατείας, τον πρώτο κατά σειρά αρχαιότητας Αντιπρόεδρο του Ε-
λεγκτικού Συνεδρίου και τον Πρόεδρο της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών

Προσφυγών, ο οποίος εισηγείται σχετικά.
Όπως έχει ήδη επισημανθεί (βλ. παρατήρηση επί του άρθρου 38), μετά την

αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001 απαγορεύθηκε ρητά η ανάθεση δι-
οικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς.

Σύμφωνα με την υπ’ αρ. 3503/2009 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβου-
λίου της Επικρατείας (σκέψη 7) «ο αναθεωρητικός συνταγματικός νομοθέ-
της απαγορεύει πλέον από 1-1-2002 την ανάθεση διοικητικών καθηκόντων

σε δικαστικούς λειτουργούς με σκοπό την ενίσχυση της προσωπικής και λει-
τουργικής ανεξαρτησίας τους. Εξαίρεση από το γενική αυτή απαγόρευση, η

οποία, όμως, είναι, για το λόγο αυτό, στενά ερμηνευτέα, προβλέπεται από
την παράγραφο 2 του άρθρου 89, προκειμένου για τη συμμετοχή δικαστικών

λειτουργών, μεταξύ άλλων, σε συμβούλια ή επιτροπές πειθαρχικού, ελεγκτι-
κού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα».

Επίσης, με την υπ’ αρ. 195/2013 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλί-
ου της Επικρατείας, έχει κριθεί ότι η Τριμελής Επιτροπή διενέργειας ειδικού

διαγωνισμού για την πλήρωση κενών θέσεων δικαστικών υπαλλήλων του Ε-
λεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 24 παρ. 9 του ν. 3202/2003) «ασκεί αρμοδιότη-
τα η οποία είναι μεν, κατά περιεχόμενο, διοικητικής φύσεως, συνδέεται ό-
μως στενά με την εν γένει διοίκηση και οργάνωση του Ελεγκτικού Συνεδρί-
ου και το επιτελούμενο από το δικαστήριο αυτό δικαιοδοτικό έργο στο ο-
ποίο, όπως έχει ήδη εκτεθεί, συμβάλλουν ενεργά και οι δικαστικοί υπάλλη-
λοι (πρβλ. ΣτΕ 3773/2011 Ολομ., 322/2011 7μ., 611/2009 7μ., 3034-5/2008

Ολομ., 2011/2003 Ολομ., 1751/1997 7μ.,). Συνεπώς, η συγκρότηση της Επι-
τροπής αυτής από δικαστικούς λειτουργούς του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν

αντιβαίνει στις διατάξεις του άρθρου 89 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος».
Δεδομένων των ανωτέρω, δημιουργείται προβληματισμός ως προς το αν

η συμμετοχή δικαστικών λειτουργών σε Τριμελή Επιτροπή Επιλογής των με-
λών της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών δύναται να θεωρηθεί

έργο δικαστικό, δοθέντος ότι δεν συνδέεται με την εν γένει διοίκηση και ορ-
γάνωση των Δικαστηρίων της χώρας και το επιτελούμενο από αυτά δικαιο-
δοτικό έργο.

β. Όπως έχει ήδη ανωτέρω επισημανθεί, με το άρθρο 53 επέρχεται αλλα-
γή του τρόπου επιλογής των μελών της Αρχής, πλην του Προέδρου της, και

αντί επιλογής τους από το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού
(Α.Σ.Ε.Π.), προτείνεται η επιλογή τους από «Τριμελή Επιτροπή Επιλογής», η

οποία θα αποτελείται δικαστικούς λειτουργούς με συμμετοχή και του Προέ-
δρου της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, ο οποίος και θα ει-
23

σηγείται σχετικά. Επίσης, προστίθεται η δυνατότητα άπαξ ανανέωσης της

θητείας, τόσο του Προέδρου της Αρχής, με απόφαση του Υπουργού Δικαιο-
σύνης μετά από εισήγηση του Υπουργού και πράξη του Υπουργικού Συμβου-
λίου, όσο και των μελών της Αρχής, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύ-
νης, μετά από εισήγηση του Προέδρου της Αρχής.

Περαιτέρω, με το άρθρο 60 αντικαθίσταται το άρθρο 356 του ν. 4412/2016,
το οποίο ορίζει τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Αρχής. Μεταξύ άλλων,
προστίθενται οι εξής νέες αρμοδιότητες: «(...) στ) Συγκροτεί τα Κλιμάκια
της Α.Ε.Π.Π., κατανέμει σε αυτά τα μέλη της και ορίζει τους Προέδρους των

Κλιμακίων, για όσο χρόνο κρίνει, ορίζει τα μέλη που απαρτίζουν την επταμε-
λή σύνθεση της Α.Ε.Π.Π. για όσο χρόνο κρίνει (...), ι) Αποφασίζει για την κα-
τά προτεραιότητα εξέταση προδικαστικής προσφυγής και έκδοση απόφασης

από Κλιμάκιο, λόγω επείγοντος ή σπουδαίου δημοσίου συμφέροντος, και α-
ναχρεώνει προσδιορισθείσα σε κλιμάκιο προδικαστική προσφυγή, όποτε κρί-
νει ότι είναι αναγκαίο, ια) Αποφασίζει για την ανάγκη συμμόρφωσης των α-
ποφάσεων της Α.Ε.Π.Π. με τις εκδοθείσες αποφάσεις των αρμόδιων δικα-
στηρίων και χρεώνει την υπόθεση προς συμμόρφωση στο Κλιμάκιο της

Α.Ε.Π.Π. που εξέδωσε την ανασταλείσα ή ακυρωθείσα απόφαση, άλλως στο
κατά την κρίση του Κλιμάκιο (...)».

Επισημαίνεται ότι η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών συστάθη-
κε με τις διατάξεις του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016, με το οποίο, σύμφωνα

με την Αιτιολογική Έκθεση, «προτείνεται ένα βελτιωμένο σύστημα έννομης
προστασίας στο στάδιο της ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων». Σε άλλο

σημείο της Αιτιολογικής Έκθεσης τονίζεται ότι «[η] παροχή έννομης προ-
στασίας κατά το προσυμβατικό στάδιο από ένα ανεξάρτητο όργανο με υψη-
λά εχέγγυα θεσμικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και στελέχωση από κα-
ταρτισμένους εμπειρογνώμονες, αντί της αναθέτουσας αρχής, εκτιμάται ότι

θα συμβάλλει στην επιτάχυνση της διαδικασίας επίλυσης διαφορών που α-
ναφύονται κατά το στάδιο της ανάθεσης, στη βελτίωση της αποτελεσματι-
κότητας του συστήματός έννομης προστασίας, θα περιβάλει με εμπιστοσύ-
νη τον θεσμό και θα ελαφρύνει το φόρτο των δικαστηρίων που κατακλύζο-
νται με πλήθος σχετικών υποθέσεων». [βλ. Αιτιολογική Έκθεση επί του νο-
μοσχεδίου Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προ-
σαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ), ήδη ν. 4412/2016, σελ.

70-71].

Η πρόνοια του νομοθέτη για τα ζητήματα λειτουργικής και προσωπικής α-
νεξαρτησίας των μελών της Αρχής αποτυπώνεται στις διατάξεις του άρθρου

349 του ν. 4412/2016. Μεταξύ άλλων, προβλέπεται για τα μέλη της Αρχής

πλήρης και αποκλειστική απασχόληση, αναστολή άσκησης οποιασδήποτε ε-
24

παγγελματικής δραστηριότητας, απαγόρευση συμμετοχής σε πολιτικά κόμ-
ματα, υποχρέωση υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, υποχρέ-
ωση τήρησης των αρχών της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας, και

δέσμευσή τους μόνο από τον νόμο και τη συνείδησή τους.
Υπό το φως των ανωτέρω, ερωτάται αν η δυνατότητα άπαξ ανανέωσης
της θητείας των μελών της Αρχής, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης,
ύστερα μόνο από εισήγηση του Προέδρου της Αρχής, σε συνδυασμό με τις
τροποποιήσεις που προτείνονται με το άρθρο 60, συνάδει με την προσωπική
και λειτουργική ανεξαρτησίας των μελών της Αρχής.
18. Επί του άρθρου 54
Με την προτεινόμενη διάταξη αντικαθίσταται το άρθρο 349 του ν.
4412/2016 και θεσπίζεται, για τα μέλη της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών

Προσφυγών, υποχρέωση υποβολής ειδικής υπεύθυνης δήλωσης αποχής α-
πό την παροχή υπηρεσίας ή την απόκτηση μετοχών σε εταιρία ή επιχείρηση,

των οποίων υποθέσεις χειρίσθηκαν ή επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στη

λήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Περαιτέρω, για την πε-
ρίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης αποχής, προβλέπεται επιβολή προ-
στίμου ίσου με το πενταπλάσιο των συνολικών αποδοχών και αποζημιώσε-
ων που έλαβε το πρόσωπο αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, αντί

της υφιστάμενης ρύθμισης περί επιβολής προστίμου ίσου με το διπλάσιο έ-
ως και το δωδεκαπλάσιο των μηνιαίων αποδοχών που λάμβανε το μέλος της

ΑΕΠΠ κατά τη λήξη της θητείας του.
Παρατηρείται, εν προκειμένω, ότι, ενδεχομένως, γεννάται ζήτημα ως
προς τη συμφωνία της ρύθμισης με την αρχή της αναλογικότητας, δοθέντος
ότι το πρόστιμο που καθορίζεται διά της προτεινόμενης διάταξης, σε σχέση,
ιδίως, με την ισχύουσα ρύθμιση, αφενός δεν προβλέπει καμία διαβάθμιση,

ώστε να συνεκτιμάται η έκταση της παράβασης, αφετέρου παρίσταται ιδιαι-
τέρως υψηλό, υπολογιζόμενο στο πενταπλάσιο των συνολικών αποδοχών

και αποζημιώσεων που έλαβε το πρόσωπο αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια της θη-
τείας του.

19. Επί του άρθρου 62
Με την προτεινόμενη διάταξη, με την οποία αντικαθίσταται το άρθρο 358

του ν. 4412/2016, συνιστάται στην Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυ-
γών Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και

ορίζεται ότι «[α]πό τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι θέσεις των

υπηρετούντων πέντε (5) Νομικών Συμβούλων της Α.Ε.Π.Π. που προσλήφθη-
καν με πάγια αντιμισθία». Επισημαίνεται ότι στην «Ανάλυση Συνεπειών Ρύθ-
25

μισης» επί του νομοσχεδίου γίνεται αναφορά στους στόχους της συγκεκρι-
μένης διάταξης, οι οποίοι περιγράφονται ως εξής: «1) Η νομική υποστήριξη

της Α.Ε.Π.Π., 2) Η αποτελεσματικότερη λειτουργία του Γραφείου του Νομι-
κού Συμβούλου (Γ.Ν.Σ.) που συστήνεται και 3) Η αποφυγή επιβάρυνσης των

υπόλοιπων Γραφείων Νομ. Συμβούλου και των Δικαστικών Γραφείων» (βλ.

«Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης», σελ. 111-112). Επίσης, δεν τίθεται μεταβα-
τική διάταξη για τις εκκρεμείς υποθέσεις της Αρχής που χειρίζονται οι υπη-
ρετούντες νομικοί σύμβουλοι, των οποίων καταργούνται οι θέσεις.

Σύμφωνα με την σκέψη έξι (6) της υπ’ αρ. 3354/2013 απόφασης της Ολο-
μέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, «[ό]πως έχει ήδη κριθεί (βλ. ΣτΕ

2934/1993 7μ., 1722/1983 Oλομέλεια) δεν κωλύεται ο κοινός νομοθέτης να

καταργεί οργανικές θέσεις ή να τροποποιεί τις αρμοδιότητές τους, καθώς ε-
πίσης να επεκτείνει ή να συμπτύσσει την βαθμολογική κλίμακα, εφ’ όσον με

τις ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζεται ο κανόνας της οργανώσεως και στε-
λεχώσεως της Διοικήσεως με μονίμους υπαλλήλους (...) Εξ άλλου ο κοινός

νομοθέτης, κατά την επιλογή του τρόπου ρυθμίσεως των θεμάτων που σχε-
τίζονται με την κατάργηση οργανικών θέσεων, πρέπει να κινείται μέσα στα

όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας, δηλαδή να διασφαλίζει

την ίση μεταχείριση των υπαλλήλων και να θεσπίζει κανόνες με αντικειμενι-
κά κριτήρια (βλ. ΣτΕ 3226, 2597/2011, 2747/2010, 4237/2005 - πρβλ. ΣτΕ

2307, 2841/1988). Δημοσιονομικοί λόγοι μπορεί να αποτελέσουν κριτήριο
των επιλογών του νομοθέτη για τον ανακαθορισμό των λειτουργιών του

Κράτους και την διοικητική αναδιοργάνωσή του, ωστόσο οι σχετικές ρυθμί-
σεις πρέπει αφενός να εισάγονται με τήρηση των συνταγματικών αρχών,

σύμφωνα με τις οποίες επιβάλλεται να διασφαλίζονται η ορθολογική, απο-
τελεσματική και διαρκής λειτουργία της Διοικήσεως και η παροχή των υπη-
ρεσιών που επιβάλλεται να εξασφαλίζονται για τους διοικουμένους στο

πλαίσιο του κοινωνικού κράτους δικαίου, και αφετέρου να εναρμονίζονται
με τις αναφερθείσες συνταγματικές εγγυήσεις που αφορούν το καθεστώς
των δημοσίων υπαλλήλων. Περαιτέρω, δεδομένου ότι ο διορισμός δημοσίου

υπαλλήλου προϋποθέτει κατά τις προεκτεθείσες διατάξεις την προηγούμε-
νη νομοθέτηση οργανικής θέσεως, συνεπώς δε και την ορθολογική οργάνω-
ση των λειτουργιών και των εν γένει υπηρεσιών του Κράτους, δεν είναι συ-
νταγματικά επιτρεπτό, προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο θεμιτός σκοπός της

αναδιοργανώσεως των δημόσιων υπηρεσιών και της ορθολογικής διαχειρί-
σεως της αντίστοιχης δημόσιας δαπάνης να καθορίζονται όροι υποχρεωτι-
κής απομακρύνσεως υπαλλήλων από την υπηρεσία με βάση κριτήρια μη συν-
δεόμενα με τις λειτουργικές και οργανωτικές ανάγκες της Διοικήσεως αλλά

και με τα προσόντα, τις ικανότητες και την εν γένει υπηρεσιακή τους από-
26

δοση και η κατάργηση των οργανικών θέσεων, τις οποίες κατείχαν οι απο-
μακρυνόμενοι, να επέρχεται ως αυτόθροη συνέπεια της απομακρύνσεως».

20. Επί του άρθρου 65
α. Με το άρθρο 65 παρ. 2 τροποποιείται το άρθρο 33 του Κώδικα Ποινικής

Δικονομίας και ιδρύεται τμήμα οικονομικού εγκλήματος στην Εισαγγελία Ε-
φετών Αθηνών. Λόγω της ιδιαιτερότητας του αντικειμένου και της πολυπλο-
κότητας των καθηκόντων τους, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 35 του

Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, θα ήταν ενδεχομένως σκόπιμο να προβλε-
φθούν ενδεικτικά κριτήρια επιλογής των εισαγγελέων/αντεισαγγελέων ε-
φετών και των συνεπικουρούντων εισαγγελέων πρωτοδικών από το Ανώτα-
το Δικαστικό Συμβούλιο και τις Ολομέλειες των Εισαγγελιών Πρωτοδικών

Αθήνας και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα. Επειδή οι εισαγγελείς οικονομικού ε-
γκλήματος τοποθετούνται για θητεία 3 ετών, θα ήταν σκόπιμο να προβλε-
φθεί διαδικασία απόκτησης εμπειρίας στις αρμοδιότητες του τμήματος, η ο-
ποία θα διασφαλίζει τη συνέχεια κατά την ανανέωση των υπηρετούντων ει-
σαγγελέων.

β. Με το άρθρο 65 παρ. 5 τροποποιείται το άρθρο 36 του Κώδικα Ποινικής
Δικονομίας. Στην παρ. 1 εδ. β του προτεινόμενου άρθρου 36 του Κώδικα

Ποινικής Δικονομίας ορίζεται ότι: «η πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοι-
χείο του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου (ν. 2225/1994) επιτρέπεται στις πε-
ριπτώσεις κατά τις οποίες αποτυπώνεται και τεκμηριώνεται η αντικειμενική

υπόσταση κακουργήματος». Σημειωτέον ότι η πρόσβαση στα νομίμως κτη-
θέντα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα που τηρούν οι πάροχοι σύμφωνα με το

άρθρο 5 του ν. 3917/2011 γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 3917/2011,
το οποίο παραπέμπει στις διατάξεις του ν. 2225/1994 (ιδίως, το άρθρο 4 του

ν. 2225/1995 που καθορίζει και την σχετική διαδικασία). Η πρόσβαση σε α-
ποδεικτικά μέσα που έχουν κτηθεί κατά παράβαση των εκτελεστικών νόμων

των άρθρων 9Α και 19 του Συντάγματος απαγορεύεται, σύμφωνα με τη ρητή
διάταξη του άρθρου 19 παρ. 3 του Συντάγματος. Συνεπώς, από νομοτεχνική
άποψη, το εδ. β της παρ. 1 δεν φαίνεται απαραίτητο.
21. Επί του άρθρου 68
Στο άρθρο 68 ορίζεται ότι: «Η αληθής έννοια του άρθρου 67 του ν.
4735/2020 (Α ́ 197) καταλαμβάνει αποκλειστικά και μόνο περιπτώσεις που
έχουν ελεγχθεί από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου του Γενικού

Λογιστηρίου του Κράτους και το Ελεγκτικό Συνέδριο έως τη λήξη του προ-
ληπτικού ελέγχου και οι οποίες κρίθηκαν νόμιμες πριν την πληρωμή τους α-
πό τους Ο.Τ.Α. α ́και β ́ βαθμού, εκτός εάν τα πρόσωπα που υπάγονται στο

27

πεδίο εφαρμογής του ανωτέρω άρθρου προκάλεσαν δολίως τη θεώρησή

τους ή εάν διαπιστωθεί έλλειμμα ύστερα από κατασταλτικό έλεγχο του Ελε-
γκτικού Συνεδρίου ή των ελεγκτικών υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Δη-
μοσιονομικών Ελέγχων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους».

Το άρθρο 67 του ν. 4735/2020 ορίζει τα εξής: «Αίρεται το αξιόποινο των
πράξεων αιρετών και υπαλλήλων, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης
α ́ και β ́ βαθμού, οι οποίες αφορούν πληρωμές ενταλμάτων που έλαβαν
χώρα μέχρι 31.7.2019 και οι οποίες διενεργήθηκαν επί τη βάση ελέγχων των
Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΥΔΕ) και του Ελεγκτικού Συνεδρίου

και παύουν οριστικά οι ποινικές και πειθαρχικές διώξεις εναντίον των προ-
σώπων αυτών, καθώς και κάθε διαδικασία καταλογισμού σε βάρος τους».

Το άρθρο 67 του ν. 4735/2020 ιδρύει λόγο άρσης του αξιοποίνου όλων των
αξιόποινων πράξεων που τέλεσαν αιρετοί και υπάλληλοι των οργανισμών

τοπικής αυτοδιοίκησης α ́ και β ́ βαθμού, οι οποίες αφορούν πληρωμές ε-
νταλμάτων που έλαβαν χώρα μέχρι 31.7.2019 και οι οποίες διενεργήθηκαν

επί τη βάση ελέγχων των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΥΔΕ) και
του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Το προτεινόμενο άρθρο 68 εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του λόγου άρ-
σης του αξιοποίνου τις περιπτώσεις που τα πρόσωπα που υπάγονται στο

πεδίο εφαρμογής του άρθρου 67 του ν. 4735/2020 προκάλεσαν δολίως τη

θεώρησή των ενταλμάτων πληρωμής ή εάν διαπιστωθεί έλλειμμα ύστερα α-
πό κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή των ελεγκτικών υπη-
ρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων του Γενικού Λο-
γιστηρίου του Κράτους. Στο μέτρο κατά το οποίο το άρθρο 67 του ν.

4735/2020, εφόσον δεν συγκρούεται με το άρθρο 26 του Συντάγματος, ε-
φαρμόζεται σε συνδυασμό με το προτεινόμενο άρθρο 68 του παρόντος, το

πεδίο εφαρμογής του λόγου άρσης του αξιοποίνου του άρθρου 67 συστέλ-
λεται, και το προτεινόμενο άρθρο 68 συνιστά αυστηρότερη διάταξη νόμου

σε σχέση με το άρθρο 67 του ν. 4735/2020. Συνεπώς, το προτεινόμενο άρ-
θρο 68 δεν εφαρμόζεται αναδρομικά σε πράξεις που τελέσθηκαν προ της έ-
ναρξης ισχύος του.

22. Επί του άρθρου 70

Το άρθρο 70 ορίζει ότι η «περ. γ’ του άρθρου 22 καταλαμβάνει και τις κλη-
ρώσεις μελών πειθαρχικών συμβουλίων που έχουν μέχρι σήμερα διενεργη-
θεί». Παρατηρείται, εν προκειμένω, ότι διά του άρθρου 22 τροποποιείται το

άρθρο 147 του ν. 4194/2013, και η αναφερόμενη περ. γ ́ δεν αφορά στο άρ-
θρο 22, αλλά στην παρ. 1 περ. γ ́ του ν. 4194/2013. Επομένως, το άρθρο 70

θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί ως εξής: «Η περ. γ ́ της παρ. 1 του άρθρου
28

147 του ν. 4174/2013, όπως διαμορφώνεται με το άρθρο 22, καταλαμβάνει
και τις κληρώσεις μελών πειθαρχικών συμβουλίων που έχουν μέχρι σήμερα
διενεργηθεί».
23. Επί του άρθρου 71

Στο άρθρο 71 ορίζεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 32 και 33 καταλαμβά-
νουν και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υποθέσεις. Δε-
δομένου ότι έχουν επιβληθεί κατασχέσεις δυνάμει του άρθρου 164 του ν.

2960/2001 σε εκκρεμείς ποινικές διαδικασίες, οι οποίες υποχρεωτικά θα α-
νασταλούν μέχρι της εκδόσεως αμετάκλητης απόφασης του διοικητικού δι-
καστηρίου, θα ήταν, ενδεχομένως, σκόπιμο να υπάρξει πρόβλεψη για την

τύχη των κατασχεθέντων.

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2020

Οι Εισηγητές
Δάφνη Ακουμιανάκη
Αθανασία Διονυσοπούλου
Επίκουρη Καθηγήτρια της Νομικής Σχολής
του Πανεπιστημίου Αθηνών
Κωνσταντίνος Δεληκωστόπουλος
Επιστημονικοί Συνεργάτες
Νέστωρ Πολίτης
Ειδικός Επιστημονικός Συνεργάτης
Ο Προϊστάμενος του Α ́ Τμήματος
Νομοτεχνικής Επεξεργασίας
Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος
Αναπληρωτής Καθηγητής
του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

Ο Προϊστάμενος της Α ́ Διεύθυνσης
Επιστημονικών Μελετών
Αντώνης Παντελής
Ομότιμος Καθηγητής της Νομικής
Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου

Κώστας Μαυριάς

Ομότιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΖΑΡΜΑΚΟΥΠΗΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ Ε.ΣΥ Β ΠΕΙΡΑΙΑ.                         ΕΔΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ. Ε.ΣΥ ΠΕΡΑΜΑΤΟΣ

ΤΗΛΕΦΟΝΟ 6906866172 email.  toliszarmas@gmail.com. 

ΠΗΓΗ. Ε.ΣΥ NEWS

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΕΛΙΔΕΣ